Πρόεδρος της Επιτροπής Ενημερώσεως Εθνικών Θεμάτων
Δεν γνωρίζω τον κανονισμό και το νομικό πλαίσιο λειτουργίας αυτού του διαβόητου λογοκριτικού οργάνου, το οποίο παριστάνει τον Ηρακλή της δημοκρατίας και προστατεύει τις κάθε λογής πολιτικές αθλιότητες της κάθε εξουσίας.
Εκείνο όμως το οποίο ξέρω είναι τούτη η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 14 του συντάγματος, η οποία ορίζει: «Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του κράτους».
Ακολουθεί η παρ. 2 που λέει: «Ο Τύπος είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύεται».
Όμως το διάτρητο σύνταγμα και η διάτρητη δημοκρατία αναιρούν ή αυτοαναιρούνται με πλείστες όσες συνταγματικές διατάξεις και ειδικούς νόμους.
Στο πνεύμα και την προσπάθεια αυτής της κρατικής αυθαιρεσίας έρχεται ο ίδιος νομοθέτης, ο οποίος με το άρθρο 15 προσπαθεί να ευνουχίσει την πιο πάνω ελευθερία της γνώμης,θεσπίζοντας: «Οι προστατευτικές διατάξεις για τον τύπο, του προηγούμενου άρθρου, δεν εφαρμόζονται στον κινηματογράφο, τη φωτογραφία, τη ραδιοφωνία, την τηλεόραση…»
Προχωρώντας ο νομοθέτης και θέλοντας να χειραγωγήσει την ενημέρωση, έρχεται να ορίσει στην παράγραφο 2: «Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του κράτους. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως ο νόμος ορίζει. Ο άμεσος έλεγχος του Κράτους… έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων… την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας καθώς και την προστασία του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας».
Δεν χρειάζονται βαθυστόχαστες αναλύσεις για να διατυπώσει κανείς την άποψη ότι τίποτα, σχεδόν, απ’ όσα ορίζει αυτή η πομπώδης συνταγματική διάταξη δεν εφαρμόζεται στο τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό τοπίο της Ελλάδος των Ελλήνων Χριστιανών.
Το γεγονός αυτό το γνωρίζει καλύτερα παντός άλλου το εν λόγω συμβούλιο, του οποίου η θητεία έληξε προ πολλού!
Ως προς τα ΜΜΕ θα έλεγα προκαταβολικά, ότι όλα αυτά τα χρόνια της σήψης και της ποδηγέτησης των λαϊκών μαζών ανταποκρίθηκαν άριστα στον αποβλακωτικό τους ρόλο ως «βοηθητικών κέντρων» πολιτικής και πολιτισμικής ηγεμονίας για την οποία είχε μιλήσει ο Α. Γκράμσι (βλ. ομιλία του ακαδημαϊκού Γ. Βλάχου με θέμα: «Η δημοκρατία και το επικοινωνιακό σύστημα», στα Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, τόμος 61/1986).
Πρόκειται για μια αποστολή με έντονα προπαγανδιστικά στοιχεία, τα οποία έτειναν και τείνουν στην εξυπηρέτηση των εξουσιαστικών επιλογών.
Το γεγονός αυτό ανέδειξα πριν από δύο δεκαετίες γράφοντας: «Κατηγορώ τα κρατικά ΜΜΕ και τα δύο μεγάλα ιδιωτικά κανάλια γιατί περιόρισαν το «διάλογο» και τον «πολιτικό» λόγο σε μια χούφταεκπροσώπων των τεσσάρων μεγάλων κομμάτων και κυρίως των δύο μεγάλων. Αποτέλεσμα αυτού του ολιγαρχικού φαινομένου είναι η αφυδάτωση του πολιτικού λόγου, του κοινωνικού προβληματισμού και η κολοβωμένη ενημέρωση της ελληνικής κοινωνίας…» (βλ. το κείμενό μου: «Το κατηγορώ ενός πολίτη» στα «Πολιτικά Θέματα» της 2 και 9 Οκτωβρίου 1992).
Μέσα στις εξουσιαστικές μυλόπετρες των μονοπωλιακών ΜΜΕ κονιορτοποιήθηκε η κριτική λειτουργία του «κυρίαρχου» λαού, ο οποίος, κατά την έκφραση του Τσόμσκι, «μεταβλήθηκε σε αγέλη». Η καταλυτική δύναμη της προπαγάνδας των ΜΜΕ είναι τόση και τέτοια, προσθέτει ο ίδιος ώστε να την παρομοιάσει με «ρόπαλο σ’ ένα ολοκληρωτικό κράτος» (για το θέμα αυτό βλ. το έργο μου: «Ο Λαϊκισμός στην Ελλάδα» εκδ. «Έργο», 2002, σελ. 48 επ. όπου το Κεφάλαιο «Η προπαγάνδα»).
Προσγειώνοντας το θέμα στις συγκεκριμένες λογοκριτικές και κατασταλτικές συμπεριφορές τού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, σε σχέση με το τι επιτάσσει το Σύνταγμα, επικαλούμαι τη βαρύνουσα γνώμη του αείμνηστου Προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών Γ. Βλάχου, ο οποίος ερμηνεύοντας τη συνταγματική διάταξη περί του «άμεσου ελέγχου» του Κράτους, στη ραδιοφωνία και την τηλεόραση, γράφει:«Η λεκτική αυτή διατύπωση σημαίνει ακριβώς ότι τα μέσα αυτά ομαδικής επικοινωνίας δεν είναι θεμιτό να λειτουργούν υπό μορφή δημόσιας υπηρεσίας κεντρικής ή αποκεντρωμένης. Ο έλεγχος δεν σημαίνει «διεύθυνση» ή «εποπτεία». Υποδηλώνει σαφώς τη διάκριση ανάμεσα στον ελέγχοντα και τον ελεγχόμενο. Προϋποθέτει, λοιπόν, σε κάθε περίπτωση τη σχετική έστω αυτονομία της τηλεόρασης (και της ραδιοφωνίας) απέναντι της Κρατικής Αρχής».
Συνεχίζοντας ο ογκόλιθος της πολιτικής επιστήμης και του συνταγματικού δικαίου γράφει: «Η άποψη αυτή εναρμονίζεται με το εν γένει φιλελεύθερο προοδευτικό σύστημα αξιών που κατοχυρώνει το Σύνταγμα….».
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, εξ απόψεως ορθής ερμηνείας του Συντάγματος, καλό θα ήταν οι διορισμένοι του Ρ.Σ. να μη θίγουν την αυτόνομη και ελεύθερη λειτουργία των ηλεκτρονικών Μ.Μ.Ε. όταν προπάντων ασκούν δυσμενή κριτική των κυβερνώντων.
Εξ άλλου υπάρχουν τόσες και τόσες εμετικές εκπομπές στις οποίες όχι μπορούν αλλά και έχουν χρέος ν’ ασκήσουν τον αληθινό τους ρόλο.
ΣΗΜ. Τα παραθέματα του Γ. Βλάχου τ' αντλώ από το εμπεριστατωμένο άρθρο του, το οποίο δημοσιεύθηκε στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» της 29-30 Σεπτεμβρίου 1985 με θέμα: «Η τηλεόραση και το Σύνταγμα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου