Του Σταύρου Λυγερού
Η ΡΑΓΔΑΙΑ ΕΠΕΚΤΑΣΗ του ευρωσκεπτικισμού είναι το αλάνθαστο σημάδι ότι η ευρωζώνη έχει εισέλθει σε περίοδο όχι μόνο οικονομικής αλλά και υπαρξιακής κρίσης. Ο νέος ευρωσκεπτικισμός είναι πολύ διαφορετικός από τον παραδοσιακό ευρωσκεπτικισμό των Βρετανών. Βρίσκει εύφορο έδαφος σε χώρες-μέλη οι οποίες μέχρι πρότινος εμφάνιζαν τεράστια ποσοστά ευρωπαϊσμού.
Η διαδικασία ενοποίησης της Ευρώπης δρομολογήθηκε και αναπτύχθηκε σε συνθήκες σχετικά ήρεμων υδάτων και οικοδομήθηκε υπό την επήρεια του άρρητου ιδεολογήματος ότι οι συνθήκες θα ήταν πάντα έτσι. Στην πολιτική και στην οικονομία, όμως, ισχύει ό,τι και στη ζωή. Εκτός από νηνεμίες, υπάρχουν και τρικυμίες. Στις δεύτερες δοκιμάζονται οι συνεκτικοί δεσμοί. Και αυτή η κρίση απέδειξε ότι οι συνεκτικοί δεσμοί είναι πιο αβαθείς απ’ όσο θεωρούνταν.
Ο τρόπος, άλλωστε, με τον οποίο θεμελιώθηκε και λειτούργησε το κοινό νόμισμα ήταν ένα είδος ωρολογιακής βόμβας. Οι αρχιτέκτονες του ευρώ έβαλαν το κάρο μπροστά από το άλογο. Νομισματική ένωση χωρίς δημοσιονομική ένωση είναι αντίφαση. Και, βεβαίως, δημοσιονομική ένωση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς κάποια μορφή πολιτικής ένωσης. Με άλλα λόγια, το ευρώ θεμελιώθηκε στην άμμο.
Εκτός αυτού, η Γερμανία φρόντισε να το σχεδιάσει με βάση τις δικές της προδιαγραφές: απαγορεύθηκε η διάσωση χωρών-μελών και απαγορεύθηκε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παίξει τον ρόλο του ύστατου δανειστή, τον οποίο σε συνθήκες κρίσης παίζει κάθε κεντρική τράπεζα. Τότε, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν ο οικονομικός ουρανός ήταν ανέφελος, οι άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αποδέχθηκαν τις γερμανικές απαιτήσεις με εγκληματική επιπολαιότητα. Τα αποτελέσματα τα βιώνουμε σήμερα.
Οταν η διεθνής κρίση έπληξε την ευρωζώνη, την έπληξε στον πιο αδύναμο κρίκο της. Το Βερολίνο ηθικολογεί ασυστόλως μιλώντας για μυρμήγκια και τζιτζίκια. Αναμφίβολα, η Ελλάδα έχει καταλυτικές ευθύνες για τις παθογένειες που τη μετέτρεψαν σε αδύναμο κρίκο. Το γεγονός, όμως, ότι -περισσότερο ή λιγότερο- όλες οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας βουλιάζουν στον φαύλο κύκλο της ύφεσης καταδεικνύει ότι πέρα από τις τοπικές αιτίες υπάρχει και μία κοινή αιτία. Κι αυτή είναι ο τρόπος που λειτούργησε το κοινό νόμισμα.
Οι παθογένειες των αδύναμων κρίκων είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη όψη είναι ότι λόγω της ανισομερούς ανάπτυξης πάντα και παντού θα υπάρχουν αδύναμοι κρίκοι. Γι’ αυτό και μετά την Ελλάδα ακολούθησαν και οι άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, διαψεύδοντας παταγωδώς τον ισχυρισμό της τρόικας ότι η Ελλάδα είναι ειδική περίπτωση.
Οταν η ευρωζώνη υπέστη ρήγμα, είχε την ευκαιρία να χρησιμοποιήσει το πρόβλημα ως ευκαιρία για διορθωτικές παρεμβάσεις με σκοπό να ενισχυθεί το ενοποιητικό εγχείρημα. Αντ’ αυτού, όμως, η Γερμανία και οι σύμμαχοί της παλινδρόμησαν στον οικονομικό εθνικισμό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η ευρωζώνη να μην αντιδράσει ως πραγματική ένωση. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που οι αγορές επιτέθηκαν και στους άλλους αδύναμους κρίκους.
Εάν το 2000 υπήρχαν μόνο εκτιμήσεις, έπειτα από τόσα χρόνια τα γεγονότα δείχνουν ότι οι ωφελημένοι είναι οι πιο ανταγωνιστικές χώρες, με πρώτη τη Γερμανία, και οι ζημιωμένοι οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Η ανισορροπία αυτή συνιστά ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της ευρωζώνης.
Για να μην πληρώσουν το ολοένα και υψηλότερο κόστος της διάσωσης του ευρώ, η Γερμανία και οι άλλες χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα έχουν οχυρωθεί πίσω από την πολιτική της μονοδιάστατης λιτότητας, η οποία ισοδυναμεί με ένα είδος ασύμμετρου οικονομικού πολέμου εναντίον των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Με την απόφασή τους για το «κούρεμα» των καταθέσεων στην Κύπρο, μάλιστα, έκαναν ακόμα ένα βήμα, επιβάλλοντας τη διάσωση από τα μέσα (bail in).
Η πολιτική αυτή εξυπηρετεί (στην πραγματικότητα βραχυπρόθεσμα) τα στενά γερμανικά συμφέροντα και γι’ αυτό επικροτείται από τη γερμανική κοινή γνώμη. Με ευρωπαϊκά κριτήρια, όμως, είναι καταστροφική. Το Βερολίνο και οι σύμμαχοί του πατάνε σε δύο βάρκες. Θέλουν τα πλεονεκτήματα που τους παρέχει η ύπαρξη του ευρώ, αλλά όχι και τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η ύπαρξή του.
...και τα κοντά πόδια της γερμανικής πολιτικής
ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ της ευρωπαϊκής περιφέρειας, που είναι τα μεγάλα θύματα του ασύμμετρου πολέμου, προς το παρόν αντιδρούν υποτονικά. Πρώτον, επειδή η μακρά περίοδος ευημερίας έχει αμβλύνει τα αντανακλαστικά τους. Δεύτερον, επειδή έχουν ακόμα αρκετά να χάσουν.
Οι υποτονικές κοινωνικές αντιδράσεις επιτρέπουν στις άρχουσες ελίτ των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας να χρησιμοποιούν την κρίση όχι τόσο για να επιβάλουν επιβεβλημένες μεταρρυθμίσεις, όσο για να προωθήσουν μέτρα με ταξικό πρόσημο. Εκτός αυτού, είναι τόσο ιδεολογικά ταυτισμένες με το ευρωπαϊκό οικοδόμημα που αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν ότι η γερμανική ηγεμονία και η πολιτική της μονοδιάστατης λιτότητας ουσιαστικά ναρκοθετούν το ενοποιητικό εγχείρημα. Με τη συμπεριφορά τους επιβεβαιώνουν όχι μόνο τις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες τους, αλλά και την τάση τους να βλέπουν το δένδρο και όχι το δάσος.
Σ’ αυτό το παιχνίδι, όμως, παίζουν και άλλες δυνάμεις. Η γερμανική ηγεμονία σε συνδυασμό με την πολιτική της μονοδιάστατης λιτότητας ενοχλούν την Ουάσιγκτον και όχι μόνο. Προς το παρόν, οι Αμερικανοί προβαίνουν σε δημόσιες συστάσεις για αλλαγή οικονομικής πολιτικής, οι οποίες απορρίπτονται από την κυβέρνηση Μέρκελ. Ολα δείχνουν ότι δεν θα αφήσουν την πρόκληση αναπάντητη και ότι περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία για να «κοντύνουν» το Βερολίνο.
Οι γερμανικές εξαγωγές, πάντως, ήδη δέχονται τις αρνητικές επιπτώσεις από την πολιτική της μονοδιάστατης λιτότητας. Αναμένεται, μάλιστα, να δεχθούν ισχυρό ανταγωνισμό μετά την απόφαση του Τόκιο να τυπώσει άφθονο χρήμα για να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη της λιμνάζουσας ιαπωνικής οικονομίας. Το συμπέρασμα είναι ότι η γερμανική πολιτική έχει κοντά πόδια. Είτε από κοινωνικές αντιδράσεις στην ευρωπαϊκή περιφέρεια που θα υποχρεώσουν και τις άρχουσες ελίτ να αλλάξουν γραμμή πλεύσης, είτε από τις κινήσεις τρίτων δυνάμεων, το Βερολίνο αργά ή γρήγορα θα σκοντάψει.
www.real.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου