Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Το Συμβούλιο Ασφαλείας συζητά τα μαθήματα του πολέμου

Μία ενδιαφέρουσα και σε αρκετές περιπτώσεις υψηλών τόνων συζήτηση διεξήχθη την Τετάρτη 29 Ιανουαρίου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, με θέμα «Πόλεμος, τα μαθήματά του κι η αναζήτηση μόνιμης ειρήνης».
Πενήντα πέντε συνολικά ομιλητές τοποθετήθηκαν σε μία συζήτηση που διήρκεσε από τις 10 το πρωί μέχρι το βράδυ, χωρίς την παρουσία του Γενικού Γραμματέα, Μπαν γκι-Μουν που απουσίαζε στο Βερολίνο. Ο επίλογος ωστόσο της συζήτησης ήταν οι δευτερολογίες των χωρών που έλαβαν το λόγο για να τοποθετηθούν σε θέματα όπως η Αρμενική Γενοκτονία, ο πόλεμος Γεωργίας – Ρωσίας, η Ρουάντα και τα εγκλήματα των κατοχικών αρχών της Ιαπωνίας σε βάρος των Κινέζων και των Κορεατών. Στη συζήτηση δεν έλαβαν μέρος η Κύπρος και η Ελλάδα, καλυπτόμενες όπως κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες από την τοποθέτηση του πρέσβη της Ε.Ε.
Εκπροσωπώντας τον ΓΓ του ΟΗΕ, ο βοηθός ΓΓ Πολιτικών Υποθέσεων, Τζέφρι Φέλτμαν είπε στην ομιλία του ότι οι διαστρεβλώσεις της ιστορίας και της ταυτότητας μπορούν να πυροδοτήσουν εσωτερικές όσο και διακρατικές συγκρούσεις. Χαρακτήρισε ιδιαίτερα δύσκολο να βοηθηθούν ομάδες εντός των κρατών να κινηθούν πέραν της λογικής του «μηδενικού αθροίσματος» και να αποδεχθούν μια κοινή εθνική αφήγηση.
«Οι ηγέτες πρέπει να δώσουν το παράδειγμα, όχι μόνο με την παύση της πολεμικής ρητορικής και τον τερματισμό της προώθησης καταγγελιών, αλλά επίσης με πράξεις αγαστής συνεργασίας και ειλικρινείς εξετάσεις των δικών τους ρόλων στη σύγκρουση», είπε.
Ο Ιορδανός προεδρεύων του Συμβουλίου Ασφαλείας Ζαϊντ Αλ Χουσεϊν, μίλησε για αποκλίνουσες αναμνήσεις κοινοτήτων που μένουν σε μία προσωρινά ήρεμη κατάσταση, αλλά είναι έτοιμες να ξεσπάσουν σε βίαιη δράση.
«Για το λόγο αυτό, εύθραυστες ειρηνευτικές διαδικασίες παραμένουν στην ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου», είπε, σημειώνοντας ότι το Σ.Α. πολλές φορές μίλησε για την ανάγκη για «διάλογο και συμφιλίωση» χωρίς να γνωρίζει τι σήμαινε αυτό.
Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Αντιπροσωπείας στον ΟΗΕ, Τόμας Μάιερ Χάρτινγκ  υπενθύμισε ότι και οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι άρχισαν στην Ευρώπη.
«Η ευρωπαϊκή εμπειρία έχει δείξει ότι η συμφιλίωση είναι εφικτή, ακόμα και μεταξύ εκείνων που αλληλο-χαρακτηρίζονται ως «πατροπαράδοτοι εχθροί » για αμέτρητες γενιές».
Ωστόσο ξεκαθάρισε πως η συμφιλίωση δεν μπορεί να επιβληθεί και σημείωσε ότι η συμφιλίωση μεταξύ των εθνών απαιτεί ηγεσία και πρέπει να αυξάνει με την πάροδο του χρόνου. Ένας από τους πλέον πρακτικούς τρόπους για την προώθηση της συμφιλίωσης θα ήταν πιθανώς να επικεντρωθεί σε κοινά «συγκεκριμένα επιτεύγματα». Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μίλησε για την κοινή ιστορική κατανόηση, συμπεριλαμβανομένης της εκπόνησης κοινού εκπαιδευτικού υλικού για τα σχολεία και κυρίως σε διμερές επίπεδο μεταξύ των επιμέρους κρατών- μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Αμερικανίδα μόνιμη αντιπρόσωπος, Σαμάνθα Πάουερ, υπενθύμισε πως ως δημοσιογράφος που κάλυψε πριν 20 χρόνια τον πόλεμο στη Βοσνία είδε παραδείγματα για το πως τροφοδοτήθηκε η βία. Επικαλούμενη τη Βιρμανία, προειδοποίησε ότι υπάρχουν πλέον αμέτρητα παραδείγματα παλαιών παραπόνων τα οποία κοχλάζουν με θανατηφόρα αποτελέσματα και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν για να σωθούν ζωές, αλλιώς ο κύκλος της βίας θα ριζώσει.
Ενδιαφέρουσα ήταν η επισήμανσή της πως «διπλωματικές φράσεις - όπως «διακοινοτική βία» - δείχνουν διστακτικότητα στην επίρριψη ευθυνών» και ενθάρρυνε την ανάπτυξη και τη διατήρηση ιστορικών αρχείων και τη δημιουργία εθνικών αρχείων, με τη βοήθεια των Ηνωμένων Εθνών, όταν είναι απαραίτητο.
«Η αποστολή του Οργανισμού θα πρέπει να στοχεύει στο να βρίσκει τις βαθύτερες αιτίες», είπε η κ. Πάουερ.
Ο Βρετανός πρέσβης Μαρκ Λάιαλ Γκράντ υπογράμμισε τη σημασία της κατανόησης της ιστορίας στην αντιμετώπιση σύγχρονων προκλήσεων, στη διαμόρφωση καλύτερων πολιτικών απαντήσεων και στην αποφυγή της επανάληψης λαθών. Αν κι όλες οι χώρες υπερηφανεύονται  για την εθνική τους ιστορία και τις θυσίες, τόνισε την ανάγκη να δουν όλοι την ιστορία αντικειμενικά και με ειλικρίνεια.
«Μόνο μια κοινή κατανόηση της ιστορίας θα επουλώσει τις πληγές της
σύγκρουσης και να προτρέψει τα κράτη στη συμφιλίωση».
Υπενθυμίζοντας ότι ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον είχε ζητήσει συγγνώμη για το 2010 για τα γεγονότα της " Ματωμένης Κυριακής " στη Βόρεια Ιρλανδία, είπε ότι τα διδάγματα του παρελθόντος οδήγησαν στην ίδρυση του πολυμερούς οργανισμού που είναι σήμερα τα Ηνωμένα Έθνη.
Ο Κινέζος μόνιμος αντιπρόσωπος Λιου Τζι Γι υπογράμμισε διάφορα βασικά στοιχεία της οικοδόμησης μιας διαρκούς ειρήνης, δίδοντας έμφαση στην αλλαγή της παραδοσιακής έννοιας της ασφάλειας, σε μια νέα βάση συνεργασίας.
Στο σημερινό κόσμο, ο διάλογος είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος για να σφυρηλατηθεί η διαρκής ειρήνη, είπε, τονίζοντας ότι η εξουσία του Συμβουλίου στη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω αντί να μειώνεται. Η διαρκής ειρήνη απαιτεί επίσης μια νέα αντίληψη της ανάπτυξης. Οι χώρες δεν μπορούν να διαχωρίζονται στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, αλλά να διευκολύνουν η μία τα συμφέροντα της άλλης, εξαλείφοντας σημεία επώασης συγκρούσεων.
Τέλος επέκρινε την επίσκεψη του Πρωθυπουργού της Ιαπωνίας στο μνημείο Yasukuni Shrine, το οποίο χαρακτήρισε σύμβολο της στρατιωτικής επιθετικότητας της χώρας, λέγοντας ότι η ενέργεια του Ιάπωνα ηγέτη ήταν μια άμεση πρόκληση στη νίκη της ανθρωπότητας ενάντια στο φασισμό και στις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Κριτική για το ίδιο θέμα στην Ιαπωνία άσκησε και ο πρέσβης της Νοτίου Κορέας.
Ο Γάλλος πρέσβης Ζεράρ Αρόντ  αναφέρθηκα στα μεγάλα βήματα συμφιλίωσης που αναλήφθηκαν από τη χώρα του και τη Γερμανία, που τώρα είναι συνεργάτες και μοιράζονται το παρελθόν και το μέλλον. «Μετά από γενεές πολέμου, μια νέα γενιά έχει θριαμβεύσει», είπε, αναφέροντας τη Γαλλία και τη Γερμανία ως απόδειξη, όπως και τη Ρωσία με την Πολωνία..
«Οι ιστορικοί χρειάστηκαν για να πουν τις ιστορίες του πολέμου. Η ιστορία ήταν απαραίτητη και ενώ τα κράτη δεν πρέπει να παρεμβαίνουν σ’ αυτό, δεν απαγορεύεται να απαιτήσουμε σεβασμό για τα συναισθήματα του «άλλου». Η γαλλογερμανική συμφιλίωση ήταν ένα μοναδικό γεγονός που θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως μοντέλο για την επίλυση άλλων διαφορών, συμπλήρωσε.
Ο Ρώσος μόνιμος αντιπρόσωπος, Βιτάλι Τσουρκίν, ανέφερε ότι οι υποθέσεις πως δεν ήταν ανάγκη να καταπολεμηθούν τα σημάδια του ναζισμού, διότι οι υγιείς κοινωνίες θα απορρίψουν αυτές τις ιδέες δεν λαμβάνουν υπόψη τη σημερινή ανησυχητική πραγματικότητα. Ερωτήματα όπως, γιατί «Ο Αγών μου» του Χίτλερ είναι μπεστ-σέλερ, γιατί νεοναζιστικά και ακροδεξιά κόμματα αυξάνουν τη δύναμή τους και γιατί ένας πρώην λεγεωνάριος των SS θάβεται με κρατικές τιμές, απαιτούν ειλικρινείς απαντήσεις.
Είπε τέλος ότι το Συμβούλιο πρέπει να ενεργεί προς το συμφέρον ολόκληρης της διεθνούς κοινότητας, όχι μόνο εκείνων των μεμονωμένων μελών του, που μπορούν να καθοδηγούνται από τα δικά τους γεωπολιτικά, οικονομικά ή ιδεολογικά κίνητρα.
Ο Γερμανός πρέσβης Χανς Πίτερ Γουίτινγκ είπε πως δύο είναι τα μαθήματα από το πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα. Το πρώτο, πως ο κόσμος είχε εργαστεί για τη δημιουργία μιας διεθνούς τάξης βασισμένης σε κοινούς κανόνες και κοινές αξίες. Επιπλέον, οι Ευρωπαίοι αντικατέστησαν την ισορροπία τους με μια νέα έννομη τάξη  και σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα μπλοκ διασύνδεσης της πολιτικής και των αξιών.
«Σήμερα ο πόλεμος έχει γίνει αδιανόητο πράγμα για την Ευρωπαϊκή Ένωση», είπε.
Προειδοποίησε ότι ερωτήσεις σχετικά με το παρελθόν μπορούν να ανοίξουν πληγές για το παρόν. Παράλληλα το να δουλέψουν στα «γιατί και τα πώς» θα μπορούσαν να δράσουν  καταλυτικά στη συμφιλίωση κι αυτό είναι ένας έντιμος σκοπός για τα Ηνωμένα Έθνη.

ΑΡΜΕΝΙΚΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ
Ο Αρμένιος πρέσβης Γκάρεν Ναζάριαν είπε ότι το θέμα της συζήτησης, που είναι ενσωματωμένο στο προοίμιο του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, θα πρέπει να ενσωματωθεί πιο συστηματικά στο έργο του Οργανισμού, ενώ τόνισε τη ζωτική σημασία να αντιμετωπίζονται πλήρως οι ρίζες των συγκρούσεων.
«Από τη δική της εμπειρία της γενοκτονίας υπό την κάλυψη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η Αρμενία είχε διαπιστώσει ότι η συμφιλίωση μπορεί να καθυστερήσει για δεκαετίες. Ατυχώς, η γενοκτονία επαναλαμβάνεται κυκλικά στην ιστορία. Η διεθνής κοινότητα είχε ένα σαφή ρόλο στην καθιέρωση αληθών και κοινών ιστορικών αφηγήσεων, είπε, τονίζοντας ότι όλος ο κόσμος πρέπει να ομιλεί με μια φωνή ενάντια στις προσπάθειες εξουδετέρωσης της ιστορίας. Η προληπτική διπλωματία και οι μηχανισμοί έγκαιρης προειδοποίησης ήταν ένα από τα πιο σημαντικά εργαλεία για την αποφυγή των συγκρούσεων.
Ο Τούρκος Πρέσβης Χαλίτ Σεβίκ είπε ότι δύο συγκρούσεις δεν είναι ποτέ ίδιες και πρόσθεσε ότι τα προαπαιτούμενα για τις προσπάθειες συμφιλίωσης διαφέρουν ανάλογα με τη συγκεκριμένη σύγκρουση, όπως και τους πολιτικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτιστικούς και ιστορικούς παράγοντες που εμπλέκονται. Είπε πως η ιδιοκτησία από τα εμπλεκόμενα μέρη των διαδικασιών συμφιλίωσης είναι καθοριστικός παράγοντας κι ότι η συμφιλίωση δεν μπορεί ούτε να επιβληθεί ούτε και είναι βιώσιμη χωρίς τη συγκατάθεση των μερών.
Ανέφερε ότι τα  Ηνωμένα Έθνη δεν πρέπει να προσπαθήσουν να λειτουργήσουν ως υποκατάστατο για τους τοπικούς πληθυσμούς, ενώ υποστήριξε ότι τα ιστορικά γεγονότα πρέπει να καθιερώνονται με επιστημονικά μέσα, όπως λόγου χάρη αμερόληπτες ιστορικές επιτροπές τις οποίες θα μπορούσαν να συστήσουν τα μέρη, ή ακόμα και με τη συμμετοχή τρίτων. Αυτό θα ήταν χρήσιμο για τη δημιουργία κοινού εδάφους πάνω στο οποίο η συμφιλίωση μπορεί να οικοδομηθεί.
Ο κ. Σεβίκ υποστήριξε ότι ο συμβιβασμός θα πρέπει να επικεντρωθεί στο μέλλον και να μην περιορίζεται στην επιστροφή στο παρελθόν, ή να χρησιμοποιείται για να αναζωογονηθούν παλαιές έχθρες.
Απαντώντας στην αναφορά του Αρμένιου συναδέλφου του, ο Τούρκος πρέσβης είπε ότι η «αναφορά για γενοκτονία στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν βασίζεται σε συναντίληψη», προτρέποντας την Αρμενία να αντικαταστήσει την υποκειμενική φρασεολογία με αντικειμενική γνώση.
Ανταπαντώντας ο εκπρόσωπος της Αρμενίας είπε ότι ο Τούρκος ομόλογός του παρερμήνευσε τα γεγονότα του 1915, που είναι γνωστά ως η Γενοκτονία των Αρμενίων, στην οποία 1,5 εκατομμύρια άνθρωποι σκοτώθηκαν. (Η Γενοκτονία) έχει καταδικαστεί από έναν αριθμό κρατών μελών, αλλά δεν αναγνωρίζεται από την Τουρκία, της οποίας η αναγνώριση του γεγονότος θα ήρε τα υφιστάμενα ψυχολογικά εμπόδια μεταξύ των δύο εθνών.
Απαντώντας εκ νέου ο εκπρόσωπος της Τουρκίας ανέφερε ότι η κυβέρνησή του δεν αρνήθηκε αυτό που συνέβη το 1915, αλλά το συμβάν αυτό δεν ταιριάζει με τον ορισμό της γενοκτονίας στο πλαίσιο της Σύμβασης του 1948. Ούτε και έχει αναγνωριστεί επίσημα από διεθνές δικαστήριο ως γενοκτονία, πρόσθεσε.


http://www.politis-news.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια: