Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2012

ΟΙ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ ΣΤΟΥΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΥΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΜΑΣ ΓΙΑ ΕΠΙΤΕΥΞΗ ΛΥΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

Του Χρίστη Ενωτιάδη
Προέδρου της Πρωτοβουλίας Ελεύθεροι Πολίτες


Η γεωγραφική θέση μιας χώρας είναι αμετάβλητος παράγοντας. Για αιώνες το γεωγραφικό στίγμα της Κύπρου αποτελούσε κατάρα αφού, όντας στο σταυροδρόμι 3 ηπείρων, γινόταν στόχος από τους ισχυρούς της γης που αναζητούσαν την περιφερειακή ή/και παγκόσμια ηγεμονία που προϋπέθετε, σχεδόν εξ ορισμού, τον έλεγχο της Κύπρου. Όλες οι αυτοκρατορίες πάτησαν και διαδοχικά κατέλαβαν  την Κύπρο αφαιμάσσοντας τον φυσικό της πλούτο και το λαό της, αφήνοντας πίσω τους ένα οικονομικά εξασθενημένο και καθυποταγμένο λαό με μόνη ελπίδα ότι ο επόμενος κατακτητής θα ήταν πιο πεφωτισμένος κι φιλεύσπλαχνος από τον προηγούμενο.

Μετά την κατάρρευση του πάλαι πότε κραταιού Σοβιετικού μπλοκ η γεωγραφική θέση της Κύπρου απέκτησε ακόμη μεγαλύτερη στρατηγική σημασία αφού έμμεσα ελέγχει τις εναλλακτικές θαλάσσιες οδούς για τη μεταφορά καυσίμων από την Κεντρική Ασία, από τη Νότια Ασία προς την Ανατολική Μεσόγειο ή από τον Εύξεινο Πόντο με προορισμό την Ευρώπη. Ίσως το πιο απτό παράδειγμα είναι το γεγονός ότι ο πετρελαιαγωγός BTC που ξεκινά από το Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, στην Κασπία Θάλασσα, καταλήγει στον τερματικό του Τζεϊχάν στον κόλπο της Αλεξανδρέττας, απέναντι από τη χερσόνησο της Καρπασίας.[1]  

Ενώ λοιπόν η γεωγραφική θέση μιας χώρας αποτελεί σταθερό δεδομένο η γεωπολιτική διπλωματία, που απορρέει από τη γεωγραφική της θέση, είναι μεταβλητή και η επιτυχία της είναι απότοκο της ικανότητας της εκάστοτε πολιτικής της ηγεσίας να διαχειριστεί με διπλωματική ευφυΐα τα τυχόν πλεονεκτήματα της γεωγραφικής αυτής θέσης και ν’ αποκομίσει οφέλη στη διεθνή αρένα των διαπλεκόμενων συμφερόντων.

Η Κύπρος, μέχρι σήμερα, παρ’ όλη τη σημασία της γεωγραφικής της θέσης εν τούτοις, λόγω του μικρού γεωγραφικού και δημογραφικού μεγέθους της, δεν μπορούσε να διαδραματίσει οποιοδήποτε ρόλο στη διαμόρφωση γεωπολιτικής διπλωματίας. Αντίθετα, ήταν στο έλεος των εκάστοτε διαμορφούμενων διεθνών ισορροπιών όπως ορίζονταν από τις κατά καιρούς Μεγάλες Δυνάμεις.

Ιστορικά, η Κύπρος λόγω απουσίας αυτού του σημαντικού εργαλείου, δηλ. της άσκησης γεωπολιτικής διπλωματίας στη διαμόρφωση μιας αποτελεσματικής εξωτερικής πολιτικής, αδυνατούσε να  διαμορφώσει εξωτερική πολιτική σε βάθος χρόνου ικανή ν’ αποτρέψει τις επιβουλές  εκείνων των δυνάμεων που ήθελαν την Κύπρο όμηρο των δικών τους στρατηγικών σχεδιασμών με αποτέλεσμα την πλήρη ή μερική κατάληψη  της Κύπρου από ξένους κατακτητές. 

Η αδυναμία της κυπριακής πολιτικής ηγεσίας ν’ ασκήσει οποιαδήποτε επιρροή στη διαμόρφωση του μέλλοντος της Κύπρου διαφάνηκε από το 1959 όταν, μετά από τον απελευθερωτικό αγώνα και την αποτίναξη του Αγγλικού αποικιοκρατικού ζυγού η τότε ηγεσία, της αδιαμφισβήτητης πλειοψηφίας του κυπριακού λαού, αναγκάστηκε να ενδώσει στις πιέσεις της Ελλάδας και Μ. Βρετανίας και αποδέχθηκε ένα δοτό, θνησιγενές Σύνταγμα και μια κολοβή ανεξαρτησία που στην ουσία διήρκησε μόνο 4 χρόνια. Από την τουρκική ανταρσία του 1964 και μετά, η νεοσύστατη τότε Κυπριακή Δημοκρατία διεξήγαγε ένα αγώνα επιβίωσης ενάντια των επιβουλών της Τουρκίας, η οποία από το 1960 είχε εντάξει την κατάληψη της Κύπρου στους ευρύτερους στρατηγικούς και γεωπολιτικούς σχεδιασμούς της[2].

Σήμερα, οι γεωπολιτικοί και γεωοικονομικοί συσχετισμοί στην Αν. Μεσόγειο ανατρέπονται! Η ανακάλυψη και δυνητική εξόρυξη σημαντικών ποσοτήτων υδρογονανθράκων στην Κυπριακή ΑΟΖ, φαίνεται να εγγυούνται την ενεργειακή  ασφάλεια της Ευρώπης και την απεξάρτηση της από την ροή ΦΑ και πετρελαίου από επισφαλείς περιοχές όπως τη Ρωσία μέσω Ουκρανίας και την Κασπία Θάλασσα μέσω Τουρκίας. Η σχεδόν μονοπωλιακή θέση της Τουρκίας ως ο κατ’ εξοχήν ενεργειακός κόμβος που τροφοδοτεί την ΕΕ με σημαντικές ποσότητες ΦΑ και πετρελαίου αμφισβητείται και αυτό από μόνο του ανατρέπει τους περεταίρω στρατηγικούς σχεδιασμούς της αναφορικά με τον περιβόητο αγωγό Ναμπούκο που φιλοδοξεί να προμηθεύσει την Ευρώπη με ΦΑ από την Κασπία και τη Μ. Ανατολή μέσω Τουρκίας! Συνεπώς, η προμήθεια ΦΑ και πετρελαίου από τα πλούσια κοιτάσματα της Κυπριακής και Ισραηλινής ΑΟΖ, αλλά κι ενδεχομένως τα σημαντικά κοιτάσματα νότια της Κρήτης προς την Ευρώπη, απειλούν την απρόσκοπτη οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας που, σε μεγάλο βαθμό, τα τελευταία οκτώ χρόνια εξαρτάται από τους ενεργειακούς αγωγούς που διασχίζουν την Τουρκία.

Για πρώτη φορά από της ιδρύσεως της,  Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ) καθίσταται ικανή να μετέχει στους γεωπολιτικούς και γεωοικονομικούς σχεδιασμούς που ορίζουν το μέλλον της για τους εξής λόγους:

1.       Η στρατηγική συνεργασία της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ) με το Ισραήλ στη συνεκμετάλλευση όμορων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων έχει δημιουργήσει ένα εν δυνάμει στρατιωτικό αμυντικό άξονα Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας, ο οποίος έχει τη δυνατότητα ν’ ανατρέψει τους μεσοπρόθεσμους σχεδιασμούς της Τουρκίας που δεν αποκλείουν ακόμα και την πλήρη κατάληψη της Κύπρου από την Τουρκία[3].

2.       Η ταυτόχρονη διολίσθηση στο ναδίρ των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ[4] εξ αιτίας των γεωπολιτικών σχεδιασμών της Τουρκίας, που την θέλουν ηγέτιδα χώρα των Αράβων, στον ευρύτερο χώρο της Εγγύς και Μέσης Ανατολής[5], προσφέρει ένα παράθυρο ευκαιρίας προς την ΚΔ ν’ ανατρέψει τα μέχρι τούδε στρατιωτικά δεδομένα που ευνοούν την πανίσχυρη Τουρκία, θέτοντας την προστασία της ΚΔ υπό την ομπρέλα του Ισραήλ. 

3.       Η οικονομική εμπλοκή πολυεθνικών από τις ΗΠΑ αλλά όπως διαφαίνεται και από τη Ρωσία, τη Γαλλία και την Κίνα, στην εξόρυξη και διάθεση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Κυπριακή ΑΟΖ, προσφέρει στην ΚΔ όχι μόνο λεκτική στήριξη στην άσκηση του κυριαρχικού της δικαιώματος να  εκμεταλλευτεί τον υποθαλάσσιο ορυκτό της πλούτο αλλά και ουσιαστική αφού μέσα από τη στρατιωτική τους παρουσία με ναυτικές δυνάμεις στην Αν. Μεσόγειο, και δη κοντά στο οικόπεδο 12, χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία αλλά και η Γαλλία στέλλουν το σαφές μήνυμα στην Τουρκία ότι τα κοιτάσματα αυτά αποτελούν ιδιοκτησία της ΚΔ και κατ’ επέκταση της ΕΕ της οποίας η ΚΔ είναι χώρα μέλος.

4.       Για πρώτη φορά από της ένταξης της στην ΕΕ, η ΚΔ καθίσταται πλέον στρατηγικός εταίρος αφού αναμένεται να μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά στην πολιτική ενεργειακής ασφάλειας της ΕΕ.[6] Αυτό σίγουρα θα συμβάλει στην αλλαγή θέσης ορισμένων εκ των εταίρων μας που ανοιχτά τάσσονταν μέχρι σήμερα υπέρ της Τουρκίας.

5.       Για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια η Τουρκία μέσα από την αλλοπρόσαλλη εξωτερική της πολιτική απέναντι στο Ιράν και το Ισραήλ είναι διεθνώς εκτεθειμένη και απομονωμένη, με τις ΗΠΑ να έχουν πλέον χάσει την εμπιστοσύνη τους προς μια άλλοτε παραδοσιακή σύμμαχο τους. Το ισχυρότερο λόμπυ στις ΗΠΑ που έμμεσα καθορίζει την εξωτερική της πολιτική, το Εβραϊκό, ήδη κινείται εχθρικά προς την Τουρκία και τα συμφέροντα της. Αυτό διαφάνηκε και από την ανοιχτή στήριξη που το Εβραϊκό λόμπυ δίνει στο αντίστοιχο Ελληνικό καθώς και σε Γερουσιαστές Ελληνοαμερικανικής καταγωγής όπως ο Gus Bilirakis.

6.       Στον αντίποδα, η Ρωσία παρακολουθεί με καχυποψία τις γεωπολιτικές επιλογές της Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής του αγωγού Ναμπούκο που σχεδόν θ’ αποκλείσει το Ρωσικό ΦΑ, μέσω Ουκρανίας, από την Ευρωπαϊκή αγορά[7] πλήττοντας ανεπανόρθωτα τόσο τα οικονομικά αλλά και γεωπολιτικά συμφέροντα της Ρωσίας. Οι κινήσεις της Τουρκίας από το 2009 κι εντεύθεν έχουν φέρει τις Ρωσο-Τουρκικές σχέσεις στο χειρότερο σημείο από το 1990. Το τελευταίο κτύπημα στις σχέσεις των δύο χωρών ήταν η μονομερής ακύρωση από την Τουρκία του συμβολαίου προμήθειας Ρωσικού ΦΑ και πετρελαίου από 01/01/12. Μέχρι σήμερα η Τουρκία προμηθεύεται το  65% των αναγκών της σε ΦΑ και 25% σε πετρέλαιο από τη Ρωσία[8].

Αναντίλεκτα τα πιο πάνω καταδεικνύουν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι οι συγκυρίες που σήμερα διέπουν τους γεωπολιτικούς και γεωοικονομικούς συσχετισμούς στην Αν. Μεσόγειο, ευνοούν και στηρίζουν την ΚΔ και αποτελούν αντίβαρο στα μικρά γεωγραφικά και δημογραφικά μεγέθη που καθήλωναν την ΚΔ μπροστά στη συνεχιζόμενη επιθετικότητα της Τουρκίας. Για χρόνια διατεινόμασταν ότι με την ένταξη της ΚΔ στην ΕΕ και την προδιαγραφόμενη ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, η ΚΔ θα μπορούσε μέσα από την προβολή του veto να πειθαναγκάσει την Τουρκία να συναινέσει σε μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού προβλήματος. Η πρόταξη του βέτο δεν συνέτισε την Τουρκία η οποία με την διπλωματία της κανονιοφόρου, μέχρι σήμερα, μπορούσε να ορίζει την τύχη των Ε/κ. Τελικά, η ένταξη μας στην ΕΕ αποδείχτηκε ότι το μόνο που προσέδωσε στην ΚΔ είναι η ηθική υπεροχή έναντι της Τουρκίας ενώ τόσο η πολιτική ηγεσία αλλά και το στρατιωτικό κατεστημένο της Τουρκίας πλειστάκις έχουν διαμηνύσει προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν την Κύπρο για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Εξ άλλου η πρόσφατη στροφή της Τουρκίας προς τη Μ. Ανατολή, τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία  αποδεικνύουν ότι οι γεωπολιτικές της επιλογές σ’ αυτή τη χρονική περίοδο δεν ιεραρχούν την ένταξη τους στην ΕΕ ψηλά στις προτεραιότητες της.

Αντίθετα, η Τουρκία απέδειξε ότι έχει θέσει ως στόχο να καταστεί μια αδιαμφισβήτητη περιφερειακή δύναμη με παγκόσμια εμβέλεια και τότε μόνο να διαπραγματευτεί από θέση γεωπολιτικής και γεωοικονομικής ισχύος με την ΕΕ, την οποία πρόσφατα διά στόματος του Προέδρου Γκιούλ αλλά και του ΥΠΕΞ Νταβούτογλου, χαρακτήρισαν ως ένα οικονομικά «καταχρεωμένο  κλαμπ»!

Δεδομένων λοιπόν των πιο πάνω συγκυριών που έχουν επιφέρει ανατροπές  στους γεωπολιτικούς συσχετισμούς η ΚΔ επιβάλλεται και οφείλει να εκμεταλλευτεί το παράθυρο ευκαιρίας που παρουσιάζεται και μέσα από ορθές γεωπολιτικές και γεωοικονομικές επιλογές ν’ αναθεωρήσει την ακολουθούμενη στρατηγική για επίτευξη λύσης του κυπριακού προβλήματος. Πιο συγκεκριμένα η ΚΔ:

1.       Οφείλει να καλέσει την Τουρκία να συμμορφωθεί με το διεθνές δίκαιο αποσύροντας το στρατό κατοχής και τους έποικους αποδίδοντας τις κατεχόμενες στους νόμιμους κατοίκους.

Αν, όπως αναμένεται, η Τουρκία δεν συμμορφωθεί στις πιο πάνω εκκλήσεις τότε η ΚΔ να καταγγείλει τη Τουρκία διεθνώς για εγκλήματα πολέμου και να διακόψει τις συνομιλίες. Η συνέχιση των απ’ ευθείας διαπραγματεύσεων με την Τ/κ πλευρά δεν προσφέρει τίποτα αυτή τη δεδομένη στιγμή!  Αντίθετα προσφέρει άλλοθι στην Τουρκία ότι συμβάλλει θετικά στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος την ίδια ώρα που αγνοώντας το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας απειλούσε με πόλεμο την ΚΔ αν προχωρούσε σε εξόρυξη στο οικόπεδο 12.

2.       Οφείλει να προσηλωθεί στη χάραξη εξωτερικής πολιτικής σε βάθος χρόνου λαμβάνοντας υπ’ όψη τις νυν και αναμενόμενες αλλαγές στο γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής που εκτείνεται από τον Καύκασο, δυτικότερα προς τα Βαλκάνια και νότια προς την Μέση Ανατολή και  Βόρειο Αφρική. Η στρατηγική στη χάραξη μιας μακρόπνοης  εξωτερικής πολιτικής πρέπει να περιλαμβάνει τη σύναψη εκείνων των στρατιωτικών και οικονομικών συμμαχιών και συμφωνιών  που θα εγγυούνται την ασφάλεια του υποθαλάσσιου ορυκτού πλούτου της ΚΔ. Η σύσταση του αμυντικού άξονα Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ θα τιθασεύσει την Τουρκία και θα την πειθαναγκάσει να καταστεί διαλλακτική στις προσπάθειες επίτευξης λύσης του κυπριακού προβλήματος.

3.       Οφείλει να διαχειριστεί τον εθνικό υποθαλάσσιο πλούτο με σύνεση έτσι που να μεγιστοποιήσει τα οικονομικά οφέλη που θα προσκομίσει αφού αυτά θα τη βοηθήσουν μεσοπρόθεσμα να επιλύσει τα οικονομικά προβλήματα μέσα από μια πολιτική που θα στοχεύει όχι μόνο στην οικονομική περισυλλογή αλλά και στην ανάπτυξη.

Η ΚΔ οφείλει να συνεχίσει να καταβάλλει έντιμες προσπάθειες προς την εξεύρεση λύσης του Κυπριακού προβλήματος αλλά ταυτόχρονα είναι εθνικό χρέος ν’ αναγνωρίσουμε και να εκμεταλλευτούμε με γνωστικότητα εκείνα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που οι γεωπολιτικές συγκυρίες μας προσφέρουν, διαφορετικά η σημερινή πολιτική ηγεσία θα είναι υπόλογη όχι μόνο στις μελλοντικές γενιές αλλά και την ίδια την ιστορία.    



[1] Με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ παρουσιάστηκε η ιστορική ευκαιρία για την Τουρκία να διεισδύσει σ την Κεντρική Ασία μέσω συνεργασιών με τις Παρευξείνιες χώρες όπως το Ουζμπεκιστάν, το Τουρκμενιστάν, το Αζερμπαϊτζάν και το Καζακστάν. Αυτή η στρατηγική της Τουρκίας προϋπέθετε τον αποκλεισμό της Ρωσίας και του Ιράν από τον έλεγχο της Κασπίας. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ρωσία  προσπαθούσε απεγνωσμένα ν’ αποτρέψει την κατασκευή του πετρελαιαγωγού BTC που θα διασφάλιζε για πρώτη φορά τη μεταφορά σημαντικής παραγωγής πετρελαίου από πρώην μέλος του Σοβιετικού μπλοκ απ’ ευθείας στην ελεύθερη αγορά μέσω Τουρκίας, χωρίς να εκχωρείται προς τη Ρωσία. Η Ρωσία επεδίωκε τη μεταφορά του μέσω του αγωγού Μπακού-Νοβοροσίσκ  στη Μαύρη Θάλασσα κι από εκεί μέσω του Βοσπόρου στη Μεσόγειο.
[2]  Η Τουρκία, η οποία είχε ήδη απωλέσει οριστικά την κυριαρχία των νησιών του Αιγαίου προς την Ελλάδα μέσα από την Συνθήκη  των Παρισίων το 1947, ένιωθε ν’ ασφυκτιά με την Ελλάδα να ελέγχει τον ζωτικό της χώρο προς την ανοιχτή θάλασσα του Αιγαίου και δεν ήταν διατεθειμένη ν’ αφήσει και την Κύπρο να ελέγχει το στρατηγικό της υπογάστριο προς την Ανατολική Μεσόγειο.  
[3] Η ανακάλυψη των πλούσιων κοιτασμάτων στην Κυπριακή ΑΟΖ ίσως πλέον να καθιστούν αυτό το ενδεχόμενο αναγκαιότητα για την Τουρκία η οποία, επανειλημμένα στο παρελθόν και, με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο έχει καταστήσει σαφές ότι για την ίδια ο έλεγχος της Κύπρου αποτελεί σημαντική πτυχή της ασφάλειας της αφού με κάθε τρόπο πρέπει να αποτραπεί η άμεση ή έμμεση σύσταση μετώπου εναντίον της Τουρκίας αποτελούμενο από την ΚΔ, την Ελλάδα, τη Συρία, την Αρμενία και τη Ρωσία.   
[4] Αποτελεί σχήμα οξύμωρο ότι σήμερα Τουρκία και Ισραήλ βρίσκονται σχεδόν στο χείλος μιας πιθανής σύρραξης, ενώ την περίοδο 1997-98, κατά τη διάρκεια της κρίσης των S-300, η Τουρκία είχε στραφεί προς το Ισραήλ για ν’ αντιμετωπίσει τον πιθανό κίνδυνο από μια σύγκρουση  με τον τότε διαμορφούμενο άξονα Ρωσίας-Ελλάδας-Κύπρου.
[5] Προϋπόθεση για την ανάδειξη της Τουρκίας σε ηγέτιδα χώρα των Αράβων είναι η σύγκρουση της με το Ισραήλ.
[6] Μέχρι πρότινος κάποιοι επίτροποι και αξιωματούχοι της ΕΕ εξέφραζαν δημόσια την άποψη ότι ίσως δεν θα έπρεπε να είχαν εντάξει την ΚΔ στην ΕΕ αφού η ένταξη της ΚΔ κληροδότησε το κυπριακό πρόβλημα στην ΕΕ με αποτέλεσμα να περιπλέξει τις σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ. Είναι ειρωνεία ότι το 2ο μικρότερο σε μέγεθος κράτος μέλος, μετά τη Μάλτα, θα κληθεί σύντομα να επιλύσει το ενεργειακό πρόβλημα της ΕΕ με τους εταίρους ν’ αντιμετωπίζουν την ΚΔ μ’ ευγνωμοσύνη.     
[7] Υπολογίζεται ότι με την κατασκευή του Ναμπούκο η Γερμανία μπορεί να προμηθεύεται με ΦΑ για τα επόμενα 50-χρόνια.
[8] Η παρουσία του Ρωσικού αεροπλανοφόρου «Ναύαρχος Κουζνέτσωφ» στ’ ανοικτά της Συρίας καθώς και η εγκατάσταση 72 συστοιχιών Ρωσικών πυραύλων SSN-26, εδάφους θαλάσσης, με ικανότητα να πλήξουν στόχους σε απόσταση 300km που ενισχύουν την άμυνα της Συρίας σε μια πιθανή επίθεση της Τουρκίας από τη θάλασσα, δεν είναι τυχαία και δίνει το στίγμα των διαθέσεων της Ρωσίας απέναντι στην Τουρκία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: