Η επίσκεψη του πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, στην Ουάσιγκτον, μπορεί υπό προϋποθέσεις να αναδειχθεί στο σημαντικότερο ταξίδι Έλληνα πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον στη μεταπολίτευση… Ο λόγος είναι απλός. Αυτή τη φορά, ανωτέρα βία, σημασία δεν έχουν τόσο πολύ οι φωτογραφίες στον Λυκό Οίκο και οι δημόσιες σχέσεις των Ελλήνων πολιτικών για να τα χρησιμοποιήσουν στο εσωτερικό ακροατήριο πείθοντας τους αφελείς για τη «διεθνή τους εμβέλεια», αλλά η ουσία…
Του Μιχαήλ Βασιλείου
Αυτό πρακτικά σημαίνει, ότι όταν υπάρχει ουσία στις επισκέψεις, τότε και το επικοινωνιακό κομμάτι εξυπηρετείται από μόνο του. Ας το θυμούνται αυτό οι πολιτικοί μας. Εάν διάφοροι πολιτικοί σαλτιμπάγκοι, διαχρονικά και διακομματικά, ασχολούνταν με την – εθνική – ουσία τέτοιων ταξιδιών (η διευκρίνηση «πολιτική» κρίνεται απαραίτητη, καθώς υπάρχει και η«προσωπική – ιδιοτελής» που μας είναι αδιάφορη), το μέλλον του Ελληνισμού σε αυτή την εύφλεκτη γειτονιά του πλανήτη θα ήταν καλύτερο και οι ελλαδικός και κυπριακός λαός θα είχαν αποφύγει πολλές περιπέτειες…
Ίσως είναι η πρώτη φορά που το ταξίδι στην Ουάσιγκτον έχει πολύ συγκεκριμένο περιεχόμενο και στοχεύσεις. Στη κορυφή των προτεραιοτήτων έρχεται το ζήτημα της οικονομίας, με την ελληνική, περιφερειακή, ευρωπαϊκή και παγκόσμια διάσταση, ενώ εξίσου σημαντική προτεραιότητα είναι και το ζήτημα της ενέργειας, που επίσης, πάλι υπό προϋποθέσεις, οι οποίες άπτονται με σαφέστατο τρόπο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. Το ενεργειακό συνδέεται ευθέως με το οικονομικό και το γεωστρατηγικό, οπότε κάπου εκεί μπαίνουν στο «κάδρο» οι τομείς της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής…
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, η κυβέρνηση Ομπάμα, παρά τις παλινωδίες των τελευταίων ετών και τη στρατηγική αμηχανία απέναντι στην Τουρκία του ανεξέλεγκτου και απρόβλεπτου σε όλα τα επίπεδα Ερντογάν, έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι η σημερινή Τουρκία, από σύμμαχος «πρώτης γραμμής» επί εποχής Ψυχρού Πολέμου, έχει μετατραπεί σε ένα επικίνδυνο παθητικό για τον δυτικό κόσμο. Ο Ψυχρός Πόλεμος αναφέρεται, διότι μέσα σε αυτό το περιβάλλον γεννήθηκε και συντηρήθηκε ο μύθος του πανίσχυρου τουρκικού στρατεύματος, του δεύτερου σε μέγεθος μέσα στο ΝΑΤΟ.
Το πρόβλημα όμως είναι βαθύτερο και πλέον αρχίζουν να το συνειδητοποιούν και οι πλέον αφελείς – και υπάρχουν πολλοί – στην Ουάσιγκτον. Όταν κάποτε η Τουρκία ελεγχόταν από τους στρατιωτικούς, έκανε τη δουλειά της στο πλαίσιο των σχεδιασμών της Ατλαντικής Συμμαχίας. Οι καιροί όμως άλλαξαν. Ήρθε ο «σίφουνας» Ερντογάν και με τις κινήσεις που έκανε απέδειξε ότι η εικόνα που προβαλλόταν όλο αυτό το διάστημα για τους στρατιωτικούς ήταν ψεύτικη.
Από τους πανίσχυρους παράγοντες της πολιτικής, οικονομικής κ.λπ. ζωής στην Τουρκία, που ανέτρεπαν κυβερνήσεις και αυθαιρετούσαν προς κάθε κατεύθυνση εμπνεόμενοι από τον ιδρυτή, τον «πατερούλη» της Τουρκίας αλλά και μέγα σφαγέα και διεθνή εγκληματία, αποδείχθηκαν πειθήνια ανθρωπάκια, ένα τίποτα. Ο Ερντογάν όμως το μόνο πράγμα για το οποίο δεν μπορεί κανείς αν τον κατηγορήσει, είναι για μειωμένη ευφυΐα.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός έχει αντιληφθεί, ότι τα νεοθωμανικά του οράματα θα καταρρεύσουν ως χάρτινος πύργος εάν δεν υπάρχει στράτευμα πραγματικά ισχυρό, το οποίο ταυτόχρονα να μην αντιπολιτεύεται τον κεντρικό προσανατολισμό του οράματος του ηγέτη, την ισλαμιστική δηλαδή κατεύθυνση και την επιθυμία ανασύστασης της Οθωμανικής, αφού σε διαφορετική περίπτωση τα πράγματα περιπλέκονται…
Εδώ αρχίζει και η ανησυχία…
Εάν ο Ερντογάν κατορθώσει να φτιάξει ένα στράτευμα με πραγματική ισχύ, όγκο και αφοσιωμένο πολιτικά και ιδεολογικά, ακόμα και ο τελευταίος Αμερικανός αναλυτής δύναται να ψυχανεμισθεί ότι η Δύση και το ΝΑΤΟ, όχι μόνο δεν θα έχουν έναν ισχυρό σύμμαχο, αλλά θα κληθούν να επιλέξουν ανάμεσα στη συμμόρφωση σε μεγάλο βαθμό στην περιφερειακή ατζέντα του συμμάχου τους – μόνο τυπικά φυσικά – και στην αιφνιδιαστική συνειδητοποίηση ότι μας προέκυψε ένας καινούργιος αντίπαλος…
Μήπως το ανωτέρω σκεπτικό καλύπτει το «ενδιαφέρον» με το οποίο αντιμετωπίζουν όλο και περισσότεροι, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι, τη στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας και Ισραήλ; Οι Αμερικανοί και πλέον και οι Ισραηλινοί έχουν «από πρώτο χέρι» γνώση των ιδιαίτερων «δεξιοτήτων» κλάδων των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, έχοντας πολλές φορές – ιδίως οι πρώτοι – υποκλιθεί στο «ταλέντο» αυτών των «τρελών» που κάνουν απίστευτα πολλά πράγματα με απίστευτα λίγα μέσα…
Εάν αυτό δεν είναι ο ΟΡΙΣΜΟΣ του «πολλαπλασιαστή ισχύος» (force multiplier) αναρωτιέται κανείς τι μπορεί αν είναι. Στρατηγοί και στρατιωτικοί αναλυτές μπορεί κάποιες φορές να δυσκολεύονται να «ξεκολλήσουν» από τις υποθέσεις των αναλύσεών τους, οι οποίες στη δική μας – περιφερειακή – περίπτωση ξεκινούσαν και κατέληγαν στην Τουρκία. Οι ενδείξεις ότι πλέον αναζητούν εναλλακτικές είναι πάμπολλες, ενώ επίσης, συνείδηση τείνει αν γίνει και το ότι οι «πολλαπλασιαστές» σημαίνουν αυτομάτως «οικονομίες κλίμακος»… Αμφότεροι οι παράγοντες είναι κρίσιμα μεγέθη στη σημερινή συγκυρία…
Τούτων λεχθέντων, το ζητούμενο είναι να αποδειχθούν δύο πράγματα: Το πρώτο είναι πόσο καλός «πωλητής» θα αποδειχθεί ο Αντώνης Σαμαράς, αφού κεφαλαιώδους σημασίας για τους Αμερικανούς είναι ο συνομιλητής τους να έχει κάτι κατά νου, το οποίο να έχει αρχή, μέση και τέλος, ενώ το δεύτερο είναι να λαμβάνει υπόψη τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα. Πως νομίζετε λάτρεψαν (κυριολεκτικά) οι Ρώσοι τον Χένρι Κίσιντζερ;
Δεν τους ζάλιζε ποτέ με διαλέξεις για ανθρώπινα δικαιώματα και άλλα σχετικά (δεν έχει σημασία το πόσο σημαντικά ή ασήμαντα τα θεωρεί κανείς, όλα εκ του αποτελέσματος κρίνονται και όταν υπάρχει συνεννόηση, τότε πολλά ρυθμίζονται… χωρίς κηρύγματα) και πλέον γνωρίζουν ότι ο υπέργηρος και μισητός – εύλογα – στην Ελλάδα και την Κύπρο «γκουρού» της εξωτερικής πολιτικής, είναι άνθρωπος με τον οποίο μπορούν να συνεννοηθούν… Και επενδύουν στη σχέση μαζί του. Δεν είναι δικά μας συμπεράσματα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν τα έχει πει.
Νομίζουμε, ότι εάν ο πρωθυπουργός είναι καλά προετοιμασμένος μπορεί να φέρει αποτελέσματα. Θα πρέπει βέβαια να είναι προετοιμασμένος και ευέλικτος να αντιμετωπίσει και το ενδεχόμενο να έχουν οι συνομιλητές του κάτι να του πουν, που να έχει αρχή, μέση και τέλος. Σε κάθε περίπτωση, η ψυχραιμία θα πρέπει να τον χαρακτηρίσει. Η Ελλάδα πρέπει να φανεί ότι ξέρει να συζητά, να χαράζει προσεκτικά τις «κόκκινες γραμμές» της, να διεκδικεί και να διαπραγματεύεται.
Πάντα βέβαια θα πρέπει να θυμάται, ότι στη διπλωματία δεν παίρνεις μόνο, δίνεις κιόλας. Οπότε θα πρέπει αν έχει έτοιμη και μια λίστα με ανταλλάγματα, ώστε να μην αισθανθεί παγιδευμένη όταν/εάν βρεθεί αντιμέτωπη με «αιτήματα» που δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά. Το να φαίνεται η χώρα να «στυλώνει τα πόδια» σαν μαλωμένο παιδάκι δεν είναι σοβαρό. Το να επανέλθει όμως και να πει «σας κατανοώ, ήρθε η ώρα να κατανοήσετε κι εσείς εμένα», καταθέτοντας αντιπροτάσεις, μπορεί να φέρει αποτέλεσμα. Ξέρουν οι Αμερικανοί να διαπραγματεύονται σε αυτά τα επίπεδα, κάποιοι ισχυρίζονται ότι το απολαμβάνουν κιόλας.
Και μια τέτοια διαπραγμάτευση δεν έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη οικονομική με τους «λογιστές» Γερμανούς. Σε αυτή τη διαπραγμάτευση η Ελλάδα έχει «χαρτιά» κι έχει πράγματα να συνεισφέρει σε μια συνεργασία που μπορεί να μας οδηγήσει σε έξοδο από την οικονομική κρίση και σε γεωπολιτική αναβάθμιση.
www.defence-point.gr