Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

Ύμνος εθελοντισμού, ύμνος υποκρισίας, αιρετοί και εθελοντές.Απ’ τον Καποδίστρια στον Παπούλια, μέριασε βράχε να διαβώ

Μπορεί ο αιρετός, Υπουργός, Βουλευτής, Νομάρχης ή Δήμαρχος, να έχει μια καλή κουβέντα, συνήθως δε κι έναν ύμνο για την αξία του αγρότη, του επαγγελματία, των μελών του κόμματος, του κατοίκου της περιοχής, του συμπατριώτη, του πυροσβέστη, του συγγραφέα κ.λπ., αναλόγως της αφορμής και του ακροατηρίου στο οποίο απευθύνεται. Δεν μπορεί όμως έτσι αβασάνιστα να υμνεί τον εθελοντή, εφόσον ειδικώς δεν έχει ο ίδιος υπηρετήσει το εθελοντικό ιδεώδες και στην Ελλάδα δυστυχώς δεν υπάρχει σχεδόν κανείς τέτοιος πολιτικός. Εφόσον ο πολιτικός δεν έχει προσφέρει, ποτέ, πουθενά, οτιδήποτε σε εθελοντική βάση, δηλαδή χωρίς την προσδοκία της ψήφου στις εκλογές ή της οικονομικής ανταπόδοσης. Το πρώτο αποκαλείται και πολιτική κεφαλαιοποίηση, ενώ ο συνδυασμός του με το δεύτερο δεν είναι κάτι τόσο σπάνιο, δεδομένης της παχυλής αποζημίωσης του αιρετού στους χαλεπούς μας καιρούς για να μην επεκταθούμε στα φαινόμενα της διαπλοκής και της διαφθοράς. Ας αναζητήσουμε πολιτικούς που έχουν ας πούμε συμμετάσχει σε μια αναδάσωση επί τρίωρο και χωρίς την παρουσία τηλεοπτικής κάμερας, έστω μια φορά στη ζωή τους, μόνο από αγάπη προς τη φύση και για την χαρά της συμμετοχής. Το να μιλά με στόμφο, «βαθειά από την καρδιά του», ο πολιτικός, για την ψυχή του εθελοντή και την κοινωνική ευαισθησία, ενώ έχει επαγγελματικά εξειδικευτεί σε αυτή τη διαστροφή της δημοκρατίας μας, τον πρωταθλητισμό επανεκλογής, αγγίζει τα όρια της υποκρισίας παρότι είναι διαφορετικός ο θεσμικός του ρόλος.
Αυτό που είναι καλύτερο να κάνει ο πολιτικός, ακόμη και όταν του δίνουν τον λόγο για να χαιρετήσει σε μια εκδήλωση εθελοντών είναι να σιωπά και να κάνει την αυτοκριτική του, σε κάθε περίπτωση όμως να στέκεται με σεμνότητα και ειλικρινή σεβασμό απέναντι στους εθελοντές. Θα ήταν καλύτερο οι οργανώσεις εθελοντών να μην δίνουν έτσι εύκολα, χάριν δημοσίων σχέσεων και προσδοκίας επιχορηγήσεων, τον λόγο στους πολιτικούς, παρά μόνον εφόσον ο συγκεκριμένος πολιτικός έχει κάνει κάποια πολύ συγκεκριμένη ενέργεια και έχει αναλάβει επί μακρό χρόνο ηθικοπολιτική δέσμευση στο αντικείμενο της οργάνωσης που τον φιλοξενεί, εάν με λίγα λόγια δικαιούται δια να ομιλεί. Ως τέτοια δέσμευση δεν μπορεί να θεωρείται η άμεση ή έμμεση συμβολή του πολιτικού σε οικονομική επιχορήγηση του Συλλόγου. Ο Δήμαρχος για παράδειγμα που κομπάζει πως «ο Δήμος υποστηρίζει την προσπάθεια των εθελοντών» και εννοεί ότι θα δώσει μια μικρή επιχορήγηση από τα δημοτικά τέλη και προϋπολογισμό που ως δημότες και φορολογούμενοι εμείς καταβάλλουμε, δεν μπορεί να λαμβάνει τον λόγο παρά μόνον αν τα χρήματα αυτά είναι από την προσωπική του περιουσία και όχι του Δήμου. Αν τα έδωσε κάνοντας χάρη στον Σύλλογο, δίκην ψηφοθηρίας και καλής εικόνας, μεροληπτώντας σε βάρος άλλων αναγκών της περιοχής του ή άλλων Συλλόγων τότε είναι επίορκος του καθήκοντος του. Ούτε ιδιαίτερη τιμή, μεγαλύτερη απ’ τους παρόντες εθελοντές, προσφέρει η παρουσία του πολιτικού σε μια εκδήλωση, αφού εκείνοι κανονικοί εργαζόμενοι οι περισσότεροι και ορισμένοι άνεργοι δίνουν απ’ το υστέρημα του χρόνου, των πόρων και της οικογένειας τους την ψυχή τους, μερικές φορές και τη ζωή τους, για έναν ευγενή σκοπό. Φυσικά πάντοτε υπάρχει και το χειρότερο: αφενός ο Δήμαρχος που βρίσκει το θράσος να οικειοποιείται μια εθελοντική ομάδα προκαλώντας συνειδητά σύγχυση στην κοινή γνώμη ότι αυτός την έχει δημιουργήσει και κινεί, αφετέρου ο Δήμαρχος που αρνείται να συνομιλεί με Συλλόγους εκλαμβάνοντας τους ως αμφισβήτηση στην ανεξέλεγκτη τοπική ηγεμονία του.
Επίσης, χρειάζεται ο πολιτικός να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός με τους Συλλόγους, αφού η μηνιαία αποζημίωση που λαμβάνει είναι στις περισσότερες περιπτώσεις Συλλόγων ισόποση με τον ετήσιο προϋπολογισμό τους! Η δε δική του αποζημίωση αναλίσκεται σε μεγάλο βαθμό σε πολιτικές εύνοιες παρά το κράτος δικαίου, συνένοχη σιωπή στα κακώς κείμενα (λέγεται και παράβαση καθήκοντος), συμβιβασμούς, δημόσιες σχέσεις και επιδίωξη ή εξαγορά δημοσιότητας, που όπως ξεκάθαρα βλέπουμε αυτό το διάστημα έχουν οδηγήσει στην αποσύνθεση της δημόσιας υπηρεσίας και τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Όταν η αναξιοκρατία στο δημόσιο κατά την πρόσληψη και την εξέλιξη, η αργομισθία σημαντικού μέρους του προσωπικού και η χαμηλού επιπέδου προσφορά υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο για το οποίο υπάρχει η δημόσια διοίκηση, με ταυτόχρονη διασφάλιση ποικίλων κεκτημένων επιδομάτων και δικαιωμάτων, οφείλονται στο πελατειακό σύστημα που έχει εκθρέψει πολύ μεγάλο μέρος της γενιάς εκείνων που σήμερα καταλαμβάνουν τα δημόσια αξιώματα, συνιστά πρόκληση αυτοί ακριβώς οι πολιτικοί να υμνούν τον εθελοντισμό που εν μέρει αναπληρώνει ή και καταπολεμά τις δυσλειτουργίες ή και το πλήρες κενό που εκείνοι με τη συμπεριφορά τους δημιουργούν. Είναι πράγματι παράδοξο ότι την παρούσα τεράστια κρίση είμαστε υποχρεωμένοι να δεχθούμε να τη διαχειρισθούν εκείνοι που κατά βάση την έχουν προκαλέσει. Πολλοί πολιτικοί διαγωνίζονται στην αλλοίωση των κανόνων που οι ίδιοι έχουν θέσει, συμβάλλουν στη διασπάθιση του χρήματος των φορολογουμένων, ενώ δημοσίως υμνούν τους εθελοντές που μοχθούν για την επίτευξη δικαιοσύνης, έργου για τον άνθρωπο και το περιβάλλον και από πίσω διαβάλλουν τα ανιδιοτελή τους κίνητρα οσάκις αυτοί θίγουν τα ποικίλα συμφέροντα συνήθως των λίγων στα οποία οι πολιτικοί ενδίδουν, σαν οι πολιτικοί να διαθέτουν το μονοπώλιο της πολιτικής συμμετοχής και σαν να είναι στο κέντρο του κόσμου.
Αυτό το διάστημα οι πολιτικοί μας πρέπει, έστω προσωρινά, να επιστρέψουν στον λόγο ύπαρξης της πολιτικής, που είναι η προσφορά στο κοινωνικό σύνολο και στην πατρίδα, να γίνουν για λίγο ξανά εθελοντές. Αν δεν ξέρουν πως γίνεται αυτό, θα προσφέρουν πολύτιμη υπηρεσία αν κάνουν στην άκρη να περάσουν οι εθελοντές, υπάρχουν και είναι άξιοι Έλληνες, μέριασε βράχε να διαβώ.
Ακολουθεί σύντομη αναδρομή στο νεοελληνικό κράτος:
«…Ελπίζω ότι όσοι εξ´ υμών συμμετάσχουν εις την Κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μεθ´ εμού ότι εις τας παρούσας περιπτώσεις, όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγως με τον βαθμό του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλ´ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η Κυβέρνησις εις την εξουσίαν της…», «…εφ´ όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν διά να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν» (Ιωάννης Καποδίστριας, πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος, προς την Δ´ Εθνοσυνέλευση)


Η θα γκρεμίσουμε το πελατειακό κράτος, ή θα γκρεμίσουμε τα όνειρα των παιδιών μας (Κάρολος Παπούλιας, 09.12.2009)
 
Νίκος Γιαννής
http://www.nicosyannis.gr/
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: