Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012

Νυκτερινές Αθιβολές


γράφει ο Ευάγγελος Χ. Χανιώτης
Βαρύς μας έπεσε ο κλήρος της ιστορίας να ζούμε σε χρόνους σκοτεινούς. Τόσο σκοτεινούς, που το σκοτάδι τους γίνεται
πιο πηχτό από τα πολύχρωμα φώτα των χρηματιστηριακών δεικτών, των καταναλωτικών πολυκαταστημάτων και της τηλεοπτικής παραφροσύνης.
Σ' ένα τέτοιο κόσμο είμαστε υποχρεωμένοι να ζήσουμε και να αντισταθούμε. Τούτη είναι η ευχή και η κατάρα της ιστορίας προς εμάς. Με ποια άραγε σημασία της ζωής και ποια της αντίστασης; Και με ποια ερεθίσματα και κίνητρα σε έναν κόσμο γεμάτο χαλάσματα και ερείπια ψυχών και ανθρώπων, χωρίς να υπάρχει τίποτα από τ' οποίο να κρατηθείς;
Νομίζουμε όμως ότι τελικά το κίνητρο και το ερέθισμα δύσκολα μπορεί να είναι κάτι ανάλογο με μια μαζική τυποποιημένη αλήθεια. Μοναδικό και προσωπικό είναι για τον καθένα, μια ανεπανάληπτη στιγμή της ροής του χρόνου: μια εικόνα, ένας ήχος, ένα χρώμα. Κάτι που να ηλεκτρίζει την ψυχή και να δίνει το σινιάλο στην καρδιά και στο μυαλό, ότι σε μια Ελλάδα που αποφάσισε να αυτοκτονήσει, κάπου μέσα εκεί υπάρχει και μια άλλη Ελλάδα. Αυτή η άλλη Ελλάδα, είναι η Ιθάκη της ψυχής μας.
Οι παραπάνω σκέψεις ταυτίζονται με ένα προσωπικό οδοιπορικό του Αυγούστου, σύντομο και μαγευτικό. Μια λυτρωτική ανάβαση στα Σφακιανά Όρη για την εορτή του Αγίου Μανουήλ του Νεομάρτυρος εκ Σφακίων. Πάνω από την πεδιάδα του μυθικού Φραγκοκάστελλου, κυριαρχούν τα φοβερά σφακιανά βουνά, οι Σφακιανές Μαδάρες στην ντοπιολαλιά. Στέκουν εκεί σαν ακοίμητα θεριά, φύλακες χρόνων ξεχασμένων.
Η ανάβαση στις Μαδάρες προς το οροπέδιο, τον «λάκκο του Μανικά», που βρίσκεται ο ναός του αγίου Μανουήλ, είναι μια εμπειρία συγκλονιστική: δύο και πλέονώρες σκληρό περπάτημα μέσα στα φοβερά σφακιανά φαράγγια. Μονοπάτια χαραγμένα εδώ και αιώνες, τα οποία μέχρι σήμερα έχουν γλιτώσει της ξυπνημένης φαντασίας των εργολάβων.
Η παγερή σιωπή κυριαρχεί όσο περισσότερο ανεβαίνεις και μόνον η κραυγή και το πέταγμα κάποιου αετού έρχεται να την σπάσει. Από ένα σημείο και μετά, ο ιδρώτας πνίγει τα μάτια, νους και κορμί βαραίνουν, το τοπίο γύρω θολώνει. Βρίσκεσαι βυθισμένος σε ένα απόκοσμο περιβάλλον, μόνος εσύ με την ανηφοριά της ψυχής σου και θαρρείς πως ακούς τον χαλασμό από τα όπλα του Δασκαλογιάννη. Αισθάνεσαι ότι πατάς χώμα ιερό ποτισμένο με αίμα και σπαρμένο με κόκκαλα πολεμιστών, και πως σε κάθε βήμα μπορεί να πατήσεις έναν τάφο και να ξεθάψεις ένα λείψανο.
Η απολυτρωτική αυτή ανάβαση σε οδηγεί ψυχικά και πνευματικά καθαρό, σωματικά κατάκοπο μα συνειδησιακά ξεκούραστο, να βιώσεις την αλήθεια και την ουσία της Εκκλησίας, την κοινότητα και την κοινωνία των προσώπων. Φτάνεις στο προορισμό σου. Χρώματα, εικόνες και ήχοι και συναισθήματα άγνωστα για τον δυστυχισμένο καταναλωτικό άνθρωπο των καιρών μας. Λιτός, απέριττος ο πέτρινος ναός
του Αγίου Μανουήλ, φτιαγμένος από τα αρχέγονα υλικά του πρώτου ανθρώπου, την πέτρα και το χώμα. Μέσα στο ημίφως των κεριών ξεχωρίζουν μορφές δωρικές, φαντάζουν σχεδόν σαν αερικά. Ποια βαθύτερη ανάγκη άραγε τους οδήγησε στον τόπο τούτο μέσα στο αυγουστιάτικο λυκόφως;
Η Λειτουργία λιτή και μαγευτική, δίχως κωμικές μεγαλοπρέπειες, φωτισμένους πολυελαίους και «καλλιτεχνικές νότες», δίχως φανφάρες και υποκριτικούς θεατρινισμούς, δίχως «θέσεις για επισήμους». Απλό και γυμνό από κάθε κοσμικότητα το νόημα της Λειτουργίας και της κοινωνίας: Προς δόξα του Θεού και σωτηρία των ανθρώπων. Εκεί στο φως των κεριών αλήθεια κοινωνείς Σώμα και Αίμα Χριστού, βιώνεις τι σημαίνει σέβας του ιερού. Χρώματα και ήχοι σε μια εκστατική μέθεξη.
Μετά την απόλυση αυτής της συγκλονιστικής μυσταγωγίας, η κοινότητα ως Σώμα Χριστού εορτάζει, ολοκληρώνοντας έτσι την ουσιαστική και αυθεντική κοινωνία των προσώπων. Τη ώρα που ο Αποσπερίτης φωτίζει την νύχτα, η κοινότητα παρακάθεται στην κοινή εορταστική τράπεζα. Η λιτότητα, η αρχοντιά και η λεβεντιά κυριαρχούν επιβλητικά. Σαν αρχαία σπονδή η κοινότητα προσφέρει τα «σφαχτάρια» και το κρασί, σε μια κοινωνία μυστική ανάμεσα στον άνθρωπο και το θείον.
Κάπου εκεί αρχίζουν να ηχούν από τους μαυροφορεμένους «γερόντους» τα φοβερά Ριζίτικα τραγούδια, γεννημένα μέσα στα σφακιανά βουνά σε χρόνους αρχαίους, βγαλμένα μέσα στην αντάρα της μάχης. Η δωρική στεντόρια φωνή τους σε διαπερνά σαν ηλεκτρισμός στα αθώρητα βάθη της ψυχής. Όταν αργά το βράδυ ξεκινάς την κατάβαση της επιστροφής, μια αόρατη δύναμη σε κρατά προς τα πίσω και ρίχνοντας μια κλεφτή τελευταία ματιά στην ουσία της Πατρίδας που αφήνεις πίσω σου, ξέρεις πια πως υπάρχει κάτι για το οποίο οφείλεις να ζεις και να αντιστέκεσαι. Υπάρχει κάτι για να κρατηθείς και να σε κρατήσει. Υπάρχει και η δική μας Πατρίδα. Ταμπουρωμένη γερά στα ζώπυρα της ψυχής μας.
www.elkosmos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: