Του Αντωνίου Α.Αντωνάκου
Καθηγητού-Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού - Συγγραφέως
Αντιπροέδρου της Επιτροπής Ενημερώσεως Εθνικών Θεμάτων
Καθηγητού-Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού - Συγγραφέως
Αντιπροέδρου της Επιτροπής Ενημερώσεως Εθνικών Θεμάτων
Στο προηγούμενο άρθρο μας απαντήσαμε επιστημονικώς
στα αντιεπιστημονικά επιχειρήματα τών γλωσσολόγων. Αποδείξαμε ότι αυτοί
χρησιμοποιούν σοφιστικές μεθόδους προπαγάνδας, υποστηρίζουν δηλαδή και προωθούν
μία αλήθεια καλυπτόμενη με ψεύδη και σκόπιμα λάθη. Λένε, για παράδειγμα, ότι
ομιλούν για φθόγγους, δηλαδή για φαινόμενο προφοράς (που είναι αλήθεια),
όμως δεν χρησιμοποιούν λατινικούς χαρακτήρες, όπως διεθνώς και επιστημονικώς
επιβάλλεται για την γραπτή απεικόνιση προφορικού φαινομένου αλλά ελληνικά
γράμματα (κι εδώ είναι το λάθος), τα οποία χρησιμοποιούνται για γραπτή
και μόνο αποτύπωση ελληνικών στοιχείων.
Θεωρώ όμως ότι εξ ίσου σημαντικό είναι να εξετάσουμε
ιστορικώς κάποια γεγονότα, τα οποία κανείς γλωσσολόγος δεν θα είχε το
επιστημονικό ύψος να διανοηθεί και πολύ περισσότερο να αναφέρει! Ας
αναρωτηθούμε κατά πρώτον γιατί η λεγόμενη «συγκριτική γλωσσολογία» είναι μία
επιστήμη μόλις δύο περίπου αιώνων. (Η γλωσσολογία γεννήθηκε το 1816 από
τον Franz Bopp,
με το όνομα "συγκριτική γραμματική" και αναπτύχθηκε στην διάρκεια
μισού περίπου αιώνος ως μονοπώλιο τής γερμανικής επιστήμης).
Την απάντηση θα πρέπει να την αναζητήσουμε στους
αρχαίους Έλληνες. Πράγματι, οι πρόγονοί μας, οι οποίοι εδημιούργησαν όλες
τις επιστήμες, οι οποίοι μίλησαν για το Διάστημα, τα Μαθηματικά, το Δίκαιο, την
Ιατρική, το Θέατρο κ.λπ., αυτοί οι οποίοι μίλησαν για κάθε τι πάνω, μέσα και
έξω από την Γη δεν δημιούργησαν καμμία «συγκριτική γλωσσολογία». Το γιατί
ήταν απλό: Γνώριζαν ότι η ελληνική γλώσσα δεν αποτελούσε συγκρίσιμο μέγεθος
με τις βαρβαρικές διαλέκτους, που ομιλούσαν οι τότε γνωστοί λαοί! Πώς να
συνέκριναν π.χ. κατά την εποχή τού Ομήρου, τις απλές γλώσσες των διαφόρων
βαρβάρων λαών, που χρησιμοποιούσαν μόνο λέξεις κοινές, όπως «σπίτι», «τραπέζι»,
«κρεβάτι», «όπλο», «ένδυμα» κ.λπ. με την λέξη π.χ. «δυσαριστοτόκεια»,
την οποία αναφωνεί η Θέτις, όταν ο γιός της Αχιλλεύς τής ανακοινώνει την
απόφασή του να βγει στην μάχη με τον Έκτορα.
Ομιλώ για το γεγονός, που αναφέρεται στην Ιλιάδα του
Ομήρου (σ΄ 54), όπου η Θέτις θρηνεί για ό,τι θα πάθει ο υιός της σκοτώνοντας
τον Έκτορα «διό και δυσαριστοτόκειαν αυτήν ονομάζει». Η λέξη
αυτή από μόνη της είναι ένα μοιρολόϊ. Διότι αποτελείται από το δυσ + άριστος +
τίκτω. Και η φράση «ω μοι
δυσαριστοτόκεια», όπως αναλύει
το «Ετυμολογικόν το Μέγα»
σημαίνει «επί κακώ τον
άριστον τετοκυία», δηλαδή «αλλοίμονο σε μένα που για κακό γέννησα
τον άριστο».
Ειλικρινά,
ουδεμία άλλη γλώσσα στον κόσμο θα μπορούσε να αποδώση σε μία και μόνο λέξη τόσα
πολλά και υψηλά νοήματα, παρά μόνο η Φωνή Ελληνίς, η οποία εφεύρε και
χρησιμοποιεί μέσω της χρήσεως των προθέσεων τα σύνθετα, πολλαπλασιάζοντας τις
λέξεις και τα νοήματα, και προσφέροντάς τα στην συνέχεια ως δώρον «εις τους
ομιλούντας την βαρβαρικήν».
Έχετε μήπως αναρωτηθεί αν θα μπορούσαν ποτέ να
συγκρίνουν οι Έλληνες μία γλώσσα, η οποία εξέφραζε αφηρημένες έννοιες, με τα
βαρβαρόφωνα ολιγόλεξα ιδιώματα των γύρω λαών; Ο αρχαιότερος, για παράδειγμα,
ελληνικός φιλοσοφικός και επιστημονικός όρος είναι «το άπειρον» τού
Αναξιμάνδρου.
Ο Όμηρος, όταν μιλούσε για ατέλειωτη θάλασσα (απείρονα
πόντον) γνώριζε ότι πίσω από αυτήν βρίσκονται η Μήλος, η Κρήτη, η Αίγυπτος
κλπ., ακόμη κι αν δεν τις διέκρινε. Ο Αναξίμανδρος όμως προσδιόρισε αυτό,
που όντως δεν έχει τέλος και ξεπερνά κατά πολύ αυτό, το οποίο ο κοινός άνθρωπος
νομίζει ότι δεν έχει όρια. Αυτός ο
τρόπος, της δημιουργίας δηλαδή από μια λέξη της καθομιλουμένης ή της ποίησης,
μιάς αφηρημένης έννοιας καθορίζει τον τρόπο της επιστημονικής σκέψης.
Η αρχαία
Ελληνική γλώσσα έδωσε το μέσον της κατασκευής. Ένα οριστικό άρθρο πριν το
επίθετο και έχουμε την αφηρημένη έννοια [το
άπειρον, το ευτυχές κλπ.]. Με τον ίδιο τρόπο οι μεταγενέστεροι φιλόσοφοι
έφτιαξαν και άλλα τέτοια αφηρημένα ουσιαστικά, όπως π.χ. το αγαθόν. Απ’ αυτή την αρχή και μετά η εξέλιξη δεν μπορεί να ελεγχθεί. Διότι οι
νέοι φιλόσοφοι και επιστήμονες, κάθε φορά που χρειάζεται να καλύψουν κάποια νέα
ανάγκη τους δημιουργούν νέα αντικείμενα σκέψης.
Η κορωνίδα
λοιπόν του επιστημονικού λόγου είναι η δημιουργία της επιστημονικής ορολογίας. Πώς λοιπόν
να έμπαιναν στον πειρασμό να συγκρίνουν τα ασύγκριτα; Τί να συνέκριναν, δηλαδή; Την τραγουδιστή γλώσσα, την
ελληνική «αυδή» (εκ
του «άδω»), η
οποία ακουγόταν σαν μουσική, λόγω της εναλλαγής μακρόχρονων και βραχύχρονων
φωνηέντων, τα οποία ήσαν αρμονικά τοποθετημένα «κατά μελίφθογγον κράσιν», με
τους βαρβαρικούς ήχους, «μπ», «ντ» και «γκ», τους οποίους μας έχουν επιβάλλει
να εισαγάγουμε σήμερα στην γλώσσα μας οι προοδευτικοί «ειδικοί» γλωσσολόγοι;
Αυτοί οι οποίοι ομιλούν σήμερα για το ανύπαρκτο «διεθνές φωνητικό αλφάβητο», το
οποίο, όμως, θέλουν και να μας επιβάλλουν μέσω νέων γραμματικών, που αποβλέπουν
σε τελική επιβολή του λατινικού αλφαβήτου;
Πώς να συγκρίνουν την ελληνική με βαρβαρόφωνες
γλώσσες οι πρόγονοί μας, που δεν
ανέχονταν ούτε την κακοποίηση της, αλλά ούτε και να την χρησιμοποιούν άνθρωποι, οι οποίοι
δεν είχαν την πρέπουσα παιδεία
και δεν κατανοούσαν την μοναδικότητα και το μεγαλείο της. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μας αναφέρει ο Πλούταρχος (Θεμιστοκλής,
6,4,2), όταν ο Ξέρξης απέστειλε αντιπροσωπεία για να ζητήσει «γη
και ύδωρ» από τους Αθηναίους. Τότε ο Θεμιστοκλής, παρά τα καθιερωμένα,
διέταξε να συλληφθεί ο διερμηνεύς και με ψήφισμα τον εθανάτωσε με την
αιτιολογία ότι "φωνήν ελληνίδα, βαρβάροις προστάγμασιν ετόλμησε
χρήσαι".
Δηλαδή,
"επειδή ετόλμησε να χρησιμοποιήσει την
ελληνική γλώσσα σε βάρβαρα προστάγματα"!
Η σημερινή θολοκουλτούρα των προοδευτικών βεβαίως
έχει την λύση. Θα χαρακτήριζε αυτήν την πράξη του Θεμιστοκλέους «φασιστική»! Εξ
άλλου, γι’ αυτούς, οποιαδήποτε πράξη, η οποία δεν δίνει την ασύδοτη
ελευθερία σε οποιονδήποτε να καταστρέφει την ελληνική γλώσσα διά των γκρίκλις,
των ξενόγλωσσων πινακίδων κ.λπ. και γενικώς, δεν πληροί τους όρους που έχει
θέσει η παγκοσμιοποίηση, έχει ... «φασίζουσα γλωσσική νοοτροπία»!
Η συγκριτική γλωσσολογία επισήμως, όπως είπαμε,
γεννήθηκε το 1816. Ανεπισήμως όμως ξεκίνησε το 1788 όταν ένας Βρετανός δικαστής διορισμένος στην Βεγγάλη, ονόματι William Jones, δίνει, για το κέφι του, διαλέξεις στις
οποίες προσπαθεί να αποδείξει την συγγένεια ανάμεσα στα σανσκριτικά - την παλαιότερη, δηλαδή, ινδική γλώσσα - και τις
αρχαίες και μοντέρνες γλώσσες της
Ευρώπης, δηλαδή τα ελληνικά, τα λατινικά, τα γερμανικά, τα αγγλικά, τα γαλλικά.
Υποδεικνύει αναλογίες στην γραμματική δομή τους, καθώς και λεξιλογικές συγγένειες. Το συμπέρασμα γι’ αυτούς είναι ότι τα
σανσκριτικά είναι η μητρική γλώσσα
των σύγχρονων ιδιωμάτων, τα οποία
προήλθαν στο σύνολο τους από αυτήν.
Όμως
αυτή η γλώσσα δεν θα μπορούσε να διαδοθεί στην Ευρώπη παρά μόνο αν οι Ινδοί, ένας αρχέγονος λαός, δεν είχαν έλθει
κάποτε να κατακτήσουν και νά
αποικίσουν αυτή την ήπειρο. Έτσι γεννήθηκε η ινδοευρωπαϊκή θεωρία! Με
υποθέσεις! Η σύγχρονη δυτική ανθρωπότητα, κατ’ αυτούς,
κατάγεται απ’ ευθείας από τους εισβολείς, τους οποίους ο 19ος αιώνας θα
ονομάσει Ινδοευρωπαίους. Θα τους θεωρήσει λευκές και ανώτερες φυλές,
δημιουργούς πολιτισμού, οι οποίες μια ωραία πρωΐα κατέβηκαν από τις
αρχέγονες κορυφές τους για να διασχίσουν και νά υποτάξουν τον αχανή
κόσμο, δημιουργώντας έτσι ... όλους τους πολιτισμούς.
Σήμερα ο μύθος τών ινδοευρωπαίων έχει
επιστημονικώς απορριφθεί. Δεν έχει ευρεθεί τίποτε από έναν τεράστιο σε όγκο
πληθυσμό! Όμως ως προς την γλωσσική ινδοευρωπαϊκή θεωρία οι ευρωπαίοι
συνέχισαν. Ειδικά σήμερα, τον 21ο αιώνα! Συνέχισαν, διότι συμφέρει
την παγκοσμιοποίηση. Και την αλήθεια κατά πόσον υπάρχει επιστημονική βάση
σε αυτό, μας την αποκαλύπτει τηρώντας τήν επιστημονική δεοντολογία ο καθηγητής
τού Γενικής Γλωσσολογίας τού πανεπιστημίου τής Προβηγκίας Georges Mounin, ο οποίος στο
σύγγραμμά του «Κλειδιά για την Γλωσσολογία» (εκδόσεις ΜΙΕΤ) μας λέει: «Στην πραγματικότητα, η ανακάλυψη των
σανσκριτικών συνδέεται με την μόδα
του συγκριτισμού: (σελ.30)». Το «ι» στην λέξη «συγκριτισμός», υποννοεί σαφώς την μόδα
της συγκριτικής γλωσσολογίας... Και λίγο παρακάτω:
«Η
συγκριτική γραμματική, για να καθορίσει μια
συγγένεια, δεν έπαιρνε υπ’ όψιν την ιστορική εποχή
τών γλωσσικών καταστάσεων που συσχετίζονταν: συνέκριναν τα σανσκριτικά τής πρώτης χιλιετίας, τα ελληνικά τού 8ου αιώνα π.Χ., τα λατινικά τού 5ου αιώνα π.Χ. με
τα γοτθικά τού 4ου αιώνα μ.Χ., τα
σλαβικά τού 9ου αιώνα μ.Χ. με τα περσικά
τού 16ου ή του 18ου αιώνα μ.Χ. (σελ. 31)».
Θα
μου πείτε τι σημαίνει αυτό; Στην επιστήμη σημαίνει πολλά! Και πρώτα απ’ όλα
σημαίνει ότι δεν ισχύει το ισόχρονον. Δηλαδή, αν οι γλώσσες είχαν
δημιουργηθεί την ίδια εποχή θα εδικαιολογείτο η προέλευση από μία κοινή ρίζα. Όταν
όμως δεν ισχύει το ισόχρονον, τότε η αρχαιότερη είναι η μητέρα γλώσσα. Άρα
συγκρίνοντας, όπως παραδέχεται ο George Mounin, ανισόχρονες γλώσσες, δεν ακολουθούμε
επιστημονική μέθοδο.
Έτσι οι σύγχρονοι βρήκαν αυτό ως καλή
δικαιολογία και η παγκοσμιοποίηση βρήκε την χρυσή ευκαιρία να «αποδείξει» ότι
υπάρχει παγκοσμιότητα και στην γλώσσα! Οπότε προσπάθησαν να βρουν τις υποτιθέμενες ρίζες,
υποτιθέμενους κοινούς ήχους ("μπ",
"ντ", "γκ"), τους οποίους ουδέποτε είχε η ελληνική γλώσσα. Αλλά έτσι είναι! Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΑΤΕΥΘΥΝΕΙ ΠΛΕΟΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ. Τότε η θεωρία των ινδοευρωπαίων – ινδογερμανών
εξυπηρετούσε τις εθνικιστικές τάσεις τών Γερμανών, όπως αναφέρει ο Johann Chapoutot, στο περισπούδαστο
έργο του «ο εθνικοσοσιαλισμός και η αρχαιότητα» (εκδόσεις "Πόλις").
Σήμερα η
παγκοσμιοποίηση θέλει «μία κοινή γλώσσα να έχει δημιουργήσει όλες τις άλλες».
Για να περάσει όμως αυτό, έπρεπε από την μία να καταστραφεί η πρωτογλώσσα,
δηλαδή η ελληνική, να ξεχασθεί η ετυμολογία της, να καταστραφούν οι κλίσεις
της, η ιστορική γραμματική της, η ιστορική ορθογραφία της, να "εισβάλλουν"
στην ελληνική λέξεις, που ξεκινούν βαρβαρόφωνα ("μπ",
"ντ", "γκ")
και που ποτέ αυτή δεν χρησιμοποιούσε και από την άλλη να δημιουργηθούν στα
πανεπιστήμια έδρες, στις οποίες θα διορισθούν καθηγητές, που θα διδάσκουν αυτά
τα διεθνιστικά! Έτσι οι λαοί θα γίνουν "ροζ",
θα χάσουν την ιστορία τους και την εθνική αυθεντικότητά τους. Γι’ αυτό, οι «ειδικοί γλωσσολόγοι», παγκοσμίως δρουν
ακαριαία και ως ένα σώμα. Περνούν υπογείως τις θέσεις τους στα βιβλία και αν
υπάρξουν αντιδράσεις, διαμαρτύρονται μαζικώς και βάζουν ως ασπίδα τον «επιστημονικό»
τους μανδύα.
Το θέμα είναι αν εμείς θα τους αφήσουμε ή αν θα
αντιδράσουμε. Αν θα πρέπει να δώσουμε σημασία στην γλώσσα μας, την ίδια ώρα που
στην Ελλάδα έχουν διαβρωθεί τα πάντα! Την ίδια ώρα που αλλοιώνεται η
ιστορία. Την ίδια ώρα που, ενώ διακωμωδείται, με κατασπατάληση πολλών χιλιάδων
ευρώ ημών των Ελλήνων, ο Εθνικός μας ήρωας Αθανάσιος Διάκος από ψυχοπαθολογικώς
ασθενείς κακιτέχνες, οι ελλαδικοί δίαυλοι είναι γεμάτοι από τουρκικά σήριαλ,
αφιερωμένα ακόμη και στον σουλτάνο της οθωμανοκρατίας, Σουλεϊμάν τον
μεγαλοπρεπή! Την ίδια ώρα που οι εταίροι μας δεν μας θέλουν ισότιμους αλλά
ραγιάδες! Αίσχος! Την απάντηση αλλά κυρίως την αντίδραση δηλώσατέ την οι ίδιοι
με τις πράξεις σας, για να έχετε, έστω για μια φορά, και την προσωπική ευθύνη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου