Του ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗ
Καθηγητή Διεθνούς Πολιτικής-Πάντειο Πανεπιστήμιο
Η Κύπρος συνιστά κλασική περίπτωση κράτους που θα αποτελέσει παράδειγμα στη διδασκαλία των διεθνών σχέσεων, καθώς η πολιτική ηγεσία διαχρονικά κατάφερε κάτι μοναδικό στην ιστορία της διεθνούς πολιτικής: να οδηγήσει τη χώρα και το κράτος, διά της διολισθήσεως και της πολιτικής του κατευνασμού, στον ηγεμονικό έλεγχο της παρανόμως κατέχουσας έδαφος της κρατικής επικράτειάς της τουρκικής δύναμης εισβολής. Το 1974 έγινε η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, κατεδικάσθη απ' όλη την ανθρωπότητα, το δε διεθνές σύστημα κρατών θεώρησε και θεωρεί αυτή την τουρκική δράση ως απολύτως αντιβαίνουσα στον διεθνή νόμο και το διεθνές δίκαιο.
Οι μόνοι που δεν πίστεψαν βαθιά και με αυτοπεποίθηση, με θέληση και αποφασιστικότητα δράσης βάσει στρατηγικού σχεδίου στην αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας, την απελευθέρωση των κατεχομένων από τον τουρκικό ζυγό και την αποκατάσταση της ιστορικής συνέχεια της Κύπρου -της Κύπρου ως συνεχούς ιστορικού πολιτιστικού μέλλοντος πολιτισμού- ήμασταν εμείς οι Έλληνες εν Αθήναις και εν Λευκωσία. Πήραμε την πολιτική «καραμέλα διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας», την οποία αποδώσαμε κακώς στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, για να νομιμοποιήσουμε την εθελοτυφλούσα εθελοδουλία μας, και οικοδομήσαμε μια τσαπατσούλικη ψευτοστρατηγική πάνω σε μια φόρμουλα που ήταν ακριβώς η πολιτική στρατηγική της Τουρκίας για να θέσει υπό τον έλεγχό της ολόκληρη την Κύπρο.
Σήμερα, 35 χρόνια μετά την κακοποιημένη ερμηνεία των περίφημων συμφωνιών Μακαρίου-Ντενκτάς το '77, αφού απέτυχαν όλα τα πειράματα των ερασιτεχνικών αυτοσχεδιασμών της πολιτικής ελίτ Κύπρου και Ελλάδας, χωρίς σοβαρή και συγκροτημένη, μακράς πνοής στρατηγική πολιτικής δικαίωσης της Κύπρου, που θα σήμαινε δικαιώματα και ελευθερίες, εθνική ανεξαρτησία και ελευθερία για την Κύπρο και τον λαό της, και αφού δεν διεκδίκησαν ποτέ τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ελευθερίες για όλους τους πολίτες ενός κράτους όπως η Κύπρος, φτάσαμε να παραδεχόμαστε το αυτονόητο. Ότι δηλαδή η διζωνικότητα, που σημαίνει συμπαγές έδαφος, και η δικοινοτικότητα, που σημαίνει δύο λαοί, οδηγούν αφεύκτως σε συνομοσπονδιακή δομή, δηλαδή αναγνώριση των αποτελεσμάτων της εισβολής ως τετελεσμένων και διά της υπογραφής νομιμοποιημένων.
Η διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία κατέστη το «πολιτικό λάβαρο» της Κύπρου ως πολιτικού συστήματος που κάλυπτε σχεδόν το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, ενώ ο αντίθετος λόγος σ' αυτό το διεθνώς μοναδικό κατασκεύασμα διαστροφής «σύγχρονης» κρατικής δομής απαξιωνόταν ως «εθνικιστικός» και μη ρεαλιστικός! Τώρα όλοι αναγνωρίζουν πως βρισκόμαστε σ' ένα απίστευτο τέλμα αδιεξόδου ως Κύπρος, αφού όντας μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης συρόμεθα από τον διεθνή παράγοντα. Ο οποίος, βεβαίως, δεν ξέρει τι πραγματικά θέλουμε να συζητήσουμε σε μια πλατφόρμα αποδιεθνοποίησης και «κυπριοποίησης» του κυπριακού προβλήματος, όπου η διελκυστίνδα διαπραγμάτευσης ενισχύει συνεχώς τη θέση της Τουρκίας στη στρατηγική «φινλανδοποίησης» της Κύπρου, στο πλαίσιο μιας διαγραφόμενης λύσης μετεξέλιξης του ρατσιστικού σχεδίου Ανάν, όπου διαμορφώνεται ένα πρωτοφανές για τα δεδομένα του 21ου αιώνα κρατικό μόρφωμα πολιτών στερουμένων βασικών δικαιωμάτων και ελευθεριών στο ίδιο τους το κράτος.
Το πρόβλημα δεν είναι η υπογραφή μιας ολέθριας για την Κύπρο συμφωνίας τύπου Ανάν, αλλά συνίσταται στο γεγονός ότι με την πολιτική των διαρκών υποχωρήσεων και της απουσίας οποιασδήποτε διεκδίκησης και με δεδομένη την αποδιεθνοποίηση του κυπριακού προβλήματος σ' αυτήν την περίφημη και πολιτικά κουτή φόρμουλα λύσης κυπριακής ιδιοκτησίας η Τουρκία έχει κερδίσει στο τακτικό επίπεδο ένα σημαντικό μέρος του παιχνιδιού της διεθνούς νομιμοποίησής της ως παράγοντα που έχει την πολιτική επικυριαρχία του κυπριακού χώρου.
Η αντιστροφή του κλίματος σε σχέση με την πορεία του Κυπριακού διεθνώς επιβάλλει αλλαγή πολιτικής ηγεσίας στην Κύπρο. Η τελευταία θα πρέπει να σκεφτεί στρατηγικά, με βάση το εθνικό συμφέρον της Κύπρου και του Ελληνισμού, και να καταρτίσει σχέδιο με τακτικές και στόχους στο πλαίσιο μιας μελετημένης και καλά συγκροτημένης στρατηγικής, ώστε με συμμαχίες και διεθνή καμπάνια στην Ευρώπη και στον κόσμο να θέσουμε τα αυτονόητα για τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τη δημοκρατία και να διεκδικήσουμε με όλα τα μέσα την ανατροπή του σημερινού πλαισίου υποταγής και τη δημιουργία ενός νέου πλαισίου διαπραγμάτευσης, που να εγγυάται την επιβίωση και τη δικαίωση της Κύπρου.
Πηγή : www.paron.gr
Καθηγητή Διεθνούς Πολιτικής-Πάντειο Πανεπιστήμιο
Η Κύπρος συνιστά κλασική περίπτωση κράτους που θα αποτελέσει παράδειγμα στη διδασκαλία των διεθνών σχέσεων, καθώς η πολιτική ηγεσία διαχρονικά κατάφερε κάτι μοναδικό στην ιστορία της διεθνούς πολιτικής: να οδηγήσει τη χώρα και το κράτος, διά της διολισθήσεως και της πολιτικής του κατευνασμού, στον ηγεμονικό έλεγχο της παρανόμως κατέχουσας έδαφος της κρατικής επικράτειάς της τουρκικής δύναμης εισβολής. Το 1974 έγινε η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, κατεδικάσθη απ' όλη την ανθρωπότητα, το δε διεθνές σύστημα κρατών θεώρησε και θεωρεί αυτή την τουρκική δράση ως απολύτως αντιβαίνουσα στον διεθνή νόμο και το διεθνές δίκαιο.
Οι μόνοι που δεν πίστεψαν βαθιά και με αυτοπεποίθηση, με θέληση και αποφασιστικότητα δράσης βάσει στρατηγικού σχεδίου στην αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας, την απελευθέρωση των κατεχομένων από τον τουρκικό ζυγό και την αποκατάσταση της ιστορικής συνέχεια της Κύπρου -της Κύπρου ως συνεχούς ιστορικού πολιτιστικού μέλλοντος πολιτισμού- ήμασταν εμείς οι Έλληνες εν Αθήναις και εν Λευκωσία. Πήραμε την πολιτική «καραμέλα διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας», την οποία αποδώσαμε κακώς στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, για να νομιμοποιήσουμε την εθελοτυφλούσα εθελοδουλία μας, και οικοδομήσαμε μια τσαπατσούλικη ψευτοστρατηγική πάνω σε μια φόρμουλα που ήταν ακριβώς η πολιτική στρατηγική της Τουρκίας για να θέσει υπό τον έλεγχό της ολόκληρη την Κύπρο.
Σήμερα, 35 χρόνια μετά την κακοποιημένη ερμηνεία των περίφημων συμφωνιών Μακαρίου-Ντενκτάς το '77, αφού απέτυχαν όλα τα πειράματα των ερασιτεχνικών αυτοσχεδιασμών της πολιτικής ελίτ Κύπρου και Ελλάδας, χωρίς σοβαρή και συγκροτημένη, μακράς πνοής στρατηγική πολιτικής δικαίωσης της Κύπρου, που θα σήμαινε δικαιώματα και ελευθερίες, εθνική ανεξαρτησία και ελευθερία για την Κύπρο και τον λαό της, και αφού δεν διεκδίκησαν ποτέ τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ελευθερίες για όλους τους πολίτες ενός κράτους όπως η Κύπρος, φτάσαμε να παραδεχόμαστε το αυτονόητο. Ότι δηλαδή η διζωνικότητα, που σημαίνει συμπαγές έδαφος, και η δικοινοτικότητα, που σημαίνει δύο λαοί, οδηγούν αφεύκτως σε συνομοσπονδιακή δομή, δηλαδή αναγνώριση των αποτελεσμάτων της εισβολής ως τετελεσμένων και διά της υπογραφής νομιμοποιημένων.
Η διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία κατέστη το «πολιτικό λάβαρο» της Κύπρου ως πολιτικού συστήματος που κάλυπτε σχεδόν το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, ενώ ο αντίθετος λόγος σ' αυτό το διεθνώς μοναδικό κατασκεύασμα διαστροφής «σύγχρονης» κρατικής δομής απαξιωνόταν ως «εθνικιστικός» και μη ρεαλιστικός! Τώρα όλοι αναγνωρίζουν πως βρισκόμαστε σ' ένα απίστευτο τέλμα αδιεξόδου ως Κύπρος, αφού όντας μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης συρόμεθα από τον διεθνή παράγοντα. Ο οποίος, βεβαίως, δεν ξέρει τι πραγματικά θέλουμε να συζητήσουμε σε μια πλατφόρμα αποδιεθνοποίησης και «κυπριοποίησης» του κυπριακού προβλήματος, όπου η διελκυστίνδα διαπραγμάτευσης ενισχύει συνεχώς τη θέση της Τουρκίας στη στρατηγική «φινλανδοποίησης» της Κύπρου, στο πλαίσιο μιας διαγραφόμενης λύσης μετεξέλιξης του ρατσιστικού σχεδίου Ανάν, όπου διαμορφώνεται ένα πρωτοφανές για τα δεδομένα του 21ου αιώνα κρατικό μόρφωμα πολιτών στερουμένων βασικών δικαιωμάτων και ελευθεριών στο ίδιο τους το κράτος.
Το πρόβλημα δεν είναι η υπογραφή μιας ολέθριας για την Κύπρο συμφωνίας τύπου Ανάν, αλλά συνίσταται στο γεγονός ότι με την πολιτική των διαρκών υποχωρήσεων και της απουσίας οποιασδήποτε διεκδίκησης και με δεδομένη την αποδιεθνοποίηση του κυπριακού προβλήματος σ' αυτήν την περίφημη και πολιτικά κουτή φόρμουλα λύσης κυπριακής ιδιοκτησίας η Τουρκία έχει κερδίσει στο τακτικό επίπεδο ένα σημαντικό μέρος του παιχνιδιού της διεθνούς νομιμοποίησής της ως παράγοντα που έχει την πολιτική επικυριαρχία του κυπριακού χώρου.
Η αντιστροφή του κλίματος σε σχέση με την πορεία του Κυπριακού διεθνώς επιβάλλει αλλαγή πολιτικής ηγεσίας στην Κύπρο. Η τελευταία θα πρέπει να σκεφτεί στρατηγικά, με βάση το εθνικό συμφέρον της Κύπρου και του Ελληνισμού, και να καταρτίσει σχέδιο με τακτικές και στόχους στο πλαίσιο μιας μελετημένης και καλά συγκροτημένης στρατηγικής, ώστε με συμμαχίες και διεθνή καμπάνια στην Ευρώπη και στον κόσμο να θέσουμε τα αυτονόητα για τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τη δημοκρατία και να διεκδικήσουμε με όλα τα μέσα την ανατροπή του σημερινού πλαισίου υποταγής και τη δημιουργία ενός νέου πλαισίου διαπραγμάτευσης, που να εγγυάται την επιβίωση και τη δικαίωση της Κύπρου.
Πηγή : www.paron.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου