του Γιάννη Τριάντη
Ο τιμωρητικός χαρακτήρας των εκλογών –καταδίκη του κυβερνώντος κόμματος για ποικίλους λόγους– συνοδευόταν πάντοτε από την προσδοκία αλλαγής πολιτικής, τουλάχιστον για ορισμένα πεδία. | |
Συνήθως αποδεικνυόταν ψευδαίσθηση η εν λόγω προσδοκία. Αλλά ουδέποτε εγκατέλειπε την πλειονότητα των ψηφοφόρων, με αποτέλεσμα την εναλλαγή των δύο «μεγάλων» κομμάτων στην εξουσία. Στις επικείμενες εκλογές αυτό δεν θα ισχύσει. Διότι είναι η πρώτη φορά που γνωρίζει εκ των προτέρων το εκλογικό σώμα ότι η υπερψήφιση των δύο «μεγάλων» συνεπάγεται την εφαρμογή μιας δεδομένης πολιτικής, για την οποία αμφότερα έχουν δεσμευτεί. Το τραγικό αυτό παράδοξο, προϊόν των οδυνηρών εξελίξεων που σημάδεψαν την τελευταία διετία, συνιστά ευθεία υπονόμευση της δημοκρατικής λειτουργίας. Για δύο λόγους: Πρώτον, διότι έχει ακυρώσει προκαταβολικά οιαδήποτε διάθεση και δυνατότητα των δύο «μεγάλων» κομμάτων να αναθεωρήσουν προεκλογικές θέσεις και δεσμεύσεις και να εφαρμόσουν διαφορετική πολιτική, προσαρμοσμένη σε νέες συνθήκες. Και, δεύτερον, διότι το μεν λειτουργεί τρομοκρατικά απέναντι στο σώμα των ψηφοφόρων που προτίθενται να καταψηφίσουν τα κόμματα του Μνημονίου, το δε επαπειλείται ευθέως βαριά ποινή στη χώρα, εν η περιπτώσει η πλειοψηφία ζητήσει με την ψήφο της αλλαγή πλεύσης. Ο ιδιότυπος αυτός ολοκληρωτισμός έχει αφετηρία εξωελληνική, καθώς αποτελεί προϊόν της γνώμης, των σχεδιασμών και των αποφάσεων στις οποίες κατέληξαν οι εταίροι και δανειστές, προκειμένου –κατά τη γνώμη τους– να σωθεί η Ελλάδα. Όμως, στις περιπτώσεις αυτές των μονοδρόμων και της μοναδικής επιλογής, αναφύεται –πέραν της προκλητικής περιφρόνησης απέναντι στη θέληση ενός λαού– ένα άλλο σοβαρότατο ζήτημα θεωρητικής φύσεως αλλά και πρακτικής υφής: Ποιος δύναται να διαβεβαιώσει ότι η εν λόγω πολιτική θα αποβεί τελεσφόρος και προς όφελος της χώρας που αναγκάζεται να δεχτεί την εφαρμογή της; Σε ποιον θα αποδοθούν οι ευθύνες και ποιο θα είναι για τους εμπνευστές το τίμημα σε περίπτωση αποτυχίας; Η απάντηση είναι σαφής: Ουδείς θα αναλάβει την ευθύνη και κανένας δεν θα τιμωρηθεί. Το πολύ πολύ να ακουστούν κάποια ψελλίσματα αυτοκριτικής και να επιρριφθεί η ευθύνη στους εγχώριους διεκπεραιωτές της πολιτικής αυτής. Δηλαδή, ούτε γάτα ούτε ζημιά για τους εμπνευστές, εντολείς και πραγματικούς αυτουργούς... Αυτό αποδείχτηκε περίτρανα με την εφαρμογή του πρώτου Μνημονίου. Όταν οι τραγικές εξελίξεις κατέδειξαν ότι συνιστούσε ειδεχθές έγκλημα τόσο η συνολική σύλληψη του σχεδίου όσο και το περιεχόμενο του Μνημονίου, οι εμπνευστές –άπαντες, δε!– παραδέχτηκαν ότι έπασχε σοβαρά. Ότι σχεδίασαν και επέβαλαν ένα «σχέδιο σωτηρίας» χωρίς να λάβουν υπόψη ούτε τις ιδιαιτερότητες της Ελλάδας (αδυναμία άμεσης εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων) ούτε την έκταση των επιπτώσεων στην ύφεση. Όπως είχε ομολογήσει ευθέως ένας αξιωματούχος του ΔΝΤ, η εφαρμογή του σχεδίου ήταν αντιγραφή παρόμοιων σχεδίων για άλλες χώρες του πλανήτη! Το ερώτημα, λοιπόν, επανέρχεται: Ποιος θα πληρώσει για την εγκληματική πολιτική της διετίας, η οποία κατέστρεψε τη χώρα και τη μετέτρεψε σε δακτυλοδεικτούμενο παρία και η οποία θα σέρνεται φτωχή και καταρρακωμένη επί δεκαετίες; Κανένας δεν θα πληρώσει. Αντίθετα, οι θύτες επέλεξαν να συνεχίσουν απτόητοι την ίδια πολιτική, αδιαφορώντας για την καταβαράθρωση της Ελλάδας. Ούτως ή άλλως, τα δικά τους συμφέροντα είναι κατοχυρωμένα. Και οι εξοντωτικές για τους Έλληνες επιλογές τους –εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, ζωή στο όριο της επιβίωσης κ.λπ.– συνιστούν για τους ίδιους χρυσοφόρο επένδυση, πλήρως εγγυημένη... Όμως, το σιδηρούν πλαίσιο της ασφυκτικής πολιτικής που έχουν επιβάλει οι θύτες δεν αφορά μονάχα την Ελλάδα. Και η αποτυχία των συγκεκριμένων επιλογών δεν εντοπίζεται αποκλειστικά στη χώρα μας, αλλά και σε χώρες οι οποίες εφάρμοσαν κατά γράμμα το «Σχέδιο Σωτηρίας», με απόλυτη συναίνεση των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων. Ο λόγος για την Πορτογαλία, στην οποία –όπως έγινε γνωστό προχθές– «ο εκτροχιασμός του ελλείμματος δημιουργεί φόβους για έναν δεύτερο γύρο κρίσης» («Καθημερινή», 22 Μαρτίου). Ειδικότερα, η εφημερίδα σημειώνει τα εξής: «Το έλλειμμα της Πορτογαλίας έχει σχεδόν τριπλασιαστεί μέσα στους πρώτους δύο μήνες του έτους, ενώ ο Γ. Μπούιτερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Citigroup, εκφράζει φόβους πως η Ισπανία βρίσκεται κοντά στην πτώχευση και προβλέπει πως Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία θα χρειαστούν νέα πακέτα στήριξης. Μάλιστα, προβλέπει ότι η Πορτογαλία θα προχωρήσει σύντομα σε αναδιάρθρωση χρέους».. Είναι σαφές, επομένως, ότι μονάχα ένα ηχηρό εκλογικό «όχι» στο Μνημόνιο και στην επιβληθείσα πολιτική δύναται να αναχαιτίσει την καταστροφική πορεία της χώρας. Και ταυτόχρονα να δημιουργήσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο μια δυναμική αφύπνισης και ενεργού αντίστασης στις εγκληματικές επιλογές Γερμανογάλλων και ΔΝΤ... Το ενδεχόμενο τέτοιας ετυμηγορίας θα επισύρει την μήνιν εταίρων και δανειστών, οι οποίοι θα εξαπολύσουν αμέσως απειλές εναντίον της χώρας μας και ενδεχομένως θα διακόψουν προσωρινά την εκταμίευση των δόσεων. Ωστόσο –και το ξέρουν καλά–, ελλοχεύει γι' αυτούς ο κίνδυνος να παρασυρθεί σε ανείπωτη περιπέτεια ολόκληρη η Ευρωζώνη σε περίπτωση που αφεθεί η Ελλάδα να χρεοκοπήσει άτακτα και τιμωρητικά. Και γνωρίζουν επίσης ότι είναι θέμα χρόνου να εκραγούν και οι κοινωνίες των υπόλοιπων χωρών που χειμάζονται και να απαιτήσουν αλλαγή πλεύσης και πολιτικής... Κατά τούτο, η καταδίκη των μνημονιακών δυνάμεων συνιστά εθνικό καθήκον, ακόμη και για τους ψηφοφόρους που επιθυμούν την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και δεν δελεάζονται από την προοπτική της δραχμής ή από ομιχλώδεις, δογματικού τύπου και ανεπεξέργαστες εκδοχές «σοσιαλιστικού» τύπου. Κίνδυνο για τη χώρα αποτελεί το ενδεχόμενο να σχηματίσει κυβέρνηση το «Κόμμα του Μνημονίου» και όχι η αδυναμία σχηματισμού κυβερνήσεως! Καθότι, σε περίπτωση «ακυβερνησίας» και πολιτικής ρευστότητας, το μήνυμα της ελληνικής κοινωνίας θα είναι σαφές: επαναδιαπραγμάτευση κεντρικών σημείων της επιβληθείσης πολιτικής και αλλαγή πλεύσης. Ε, την πιθανότητα αυτή την τρέμουν οι εταίροι, οι δανειστές και οι εγχώριοι «πρόθυμοι» παράγοντες της πολιτικής, των μίντια και της οικονομίας... Πηγή : www.paron.gr |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου