Του Μάριου Πούλλαδου
Η έννοια της φιλοξενίας αποτελούσε ανέκαθεν χαρακτηριστικό πολιτισμικό γνώρισμα του Ελληνισμού. Η ιδέα της φιλοξενίας είθισται ν’αποτελεί για τους Έλληνες όχι μονάχα πράξη αρετής, αλλά ηθικός κανόνας και ιερό χρέος προς τους Θεούς.Ήδη μέσα από τα Ομηρικά έπη (8 αι. π.Χ) μπορούμε ν’ αντλήσουμε σημαντικά παραδείγματα [1] που μαρτυρούν ότι η φιλοξενία εξυψωνότανε σε πράξη ιεροτελεστίας καθώς η παροχή της θεωρείτο θέλημα και επιταγή θεού αλλά και ιερή υποχρέωση των ανθρώπων. Η ύπαρξη εξάλλου της λατρείας του «Ξένιου Δία», της «Ξενίας Αθηνάς», των Διόσκουρων Κάστορα και Πολυδεύκη (θεών της φιλοξενίας), μαρτυρεί και την σημασιολογική σπουδαιότητα που απέδιδαν οι πρόγονοί μας στην εθιμοτυπική πράξη της φιλοξενίας. Ο ξένος αποτελούσε τιμώμενο πρόσωπο στον οποίον προσέφεραν νερό, λουτρά, ρούχα και διάφορα άλλα δώρα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της φιλοξενίας από τον Βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοο προς τον Οδυσσέα:
«Ακούστε με όλοι, ώ προεστοί κι αρχόντοι τώ Φαιάκων,
αλήθεια γνώση περισσή μας δείχνει αυτός ο ξένος,
και δώρα ας τον φιλέψουμε που πρέπουνε σε ξένους.
Δώδεκα εδώ τη χώρα μας ορίζουν βασιλιάδες,
κι εγώ άλλος ένας, δεκατρείς· καθένας ας του φέρη
καθάρια και καλόπλυτη χλαμύδα με χιτώνα,
κι από ‘να τάλαντο σωστό βαριότιμο χρυσάφι·
κι όλ’ ας τα βάλουμε μαζί για να τα πάρη ο ξένος
στα χέρια του, και με χαρά στο δείπνο να καθίση.»[2]
Διαφαίνεται επιπλέον ότι η φιλοξενία ήταν μέσο ανάπτυξης φιλικών σχέσεων μεταξύ ανθρώπων και λαών αλλά συνάμα και ευκαιρία για ανταλλαγή πληροφορίων και διαφορετικών πολιτισμικών ιδεών. Η γεωγραφική μας θέση επιπλέον καθιστούσε τον χώρο του Ελληνισμού φυσική γέφυρα και λιμάνι για τους απανταχού μεσογειακούς ταξιδευτές που η λεβεντοπνύχτρα θάλασσα μας έφερνε. Σε πρώτο λοιπόν στάδιο θα λέγαμε ότι ο λαός μας ανέκαθεν χαρακτηρίζεται από μια αρχοντική φιλοξενία, κληρονομιά της πλούσιας ιστορικής μας παράδοσης. Ποιος άραγε δεν έχει ακούσει το χαρακτηριστικό κυπριακό «κόπιασε» για έναν καφέ, μια μπύρα, λεμονάδα ή ζιβανία;
Αυτή είναι η μια όψη του νομίσματος. Υπάρχει όμως και μια δεύτερη διάσταση του θέματος την οποία δεν πρέπει να αγνοήσουμε. Δυστυχώς εδώ και καιρό από την φάση της φιλοξενίας περάσαμε σε μια εκφυλισμένη εκδοχή της ίδιας ιδέας μετατρέποντας την φιλοξενία σε ξενομανία. Η “αρρώστια” αυτή που μας διακατέχει είναι κάτι το πραγματικά ανησυχητικό και αποδεικνύει εμπράκτως την αυτοαπαξίωση που δείχνουμε προς τον ίδιο μας τον πολιτισμό τον οποίο οι περισσότεροι ούτε γνωρίζουν αλλά και το χειρότερο, δεν θα μάθουν ποτέ.
Διαχρονικά θα λέγαμε ότι σημαντική επιρροή ασκήθηκε αρχικά στην κοινωνία μας από τα διάφορα αγγλόφωνα ΜΜΕ, τις διαφημίσεις, τον κινηματογράφο, αλλά και την “εισβολή’’ του διαδικτύου στην ζωή μας. Δευτερευόντως, η αύξουσα παρουσία φοιτητών μας στο εξωτερικό, κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο με όλα τα καλά που αυτό ενδεχόμενως να συνοδεύεται, επηρέασαν καταλυτικά τον τρόπο συμπεριφοράς μας. Πιο συγκεκριμένα θα λέγαμε ότι δεν υπήρξε μια μετριασμένη αφομοίωση ξένων τρόπων συμπεριφοράς που να περνά μέσα από ένα πρίσμα κριτικής σκέψης αλλά αντιθέτως μια παθητική κατανάλωση ξένων ιδεολογημάτων και τροπών κοινωνικής οργάνωσης χωρίς να τεθεί καμία εσωτερική αντίσταση και αντιπρόταση. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι καταντήσαμε μια κοινωνία που μιμείται παιδαριωδώς και είναι ανίκανη έως ανήμπορη να ετεροκαθοριστεί στα νέα δεδομένα μέσα στην ευρύτερη ευρωπαϊκή οικογένεια οπού η ίδια επέλεξε να ανήκει. Τείνουμε να γίνουμε μια κοινωνία οπού πιθηκίζει ασύστολα ξένα πρότυπα συμπεριφοράς κάθ’ εντολή αθλίων τηλεοπτικών σειρών και προγραμμάτων. Οι στυλιστικές, ενδυματολογικές, διατροφικές μας προτιμήσεις, τα διάφορα καλλιτεχνικά μας “γούστα” σε μουσική, θέατρο, χορό, ζωγραφική είναι προϊόντα τις ίδιας άθλιας εισαγομένης υποκουλτούρας στην οποία υποκλινόμαστε, απαξιώνοντας συνάμα τα δικά μας σαν “παλιομοδίτικα” και ”χωριάτικα”.
Ψέμα; Την εθνική μας αυτή αφασία και νεύρωση, εντόπισε με καθαρό μάτι κατά το παρελθόν ένας μεγάλος “προφήτης” του Ελληνισμού, ο Περικλής Γιαννόπουλος, ο οποίος ήδη από το 1903 στο πλαίσιο περί ανασύνταξης του Ελληνισμού έγραφε:
«Είναι αδύνατον να αρχίση δημιουργία ελληνικής ζωής ενόσω όλα τα πράγματα της ζωής από το πρώτο κουρέλι του λίκνου – και όλων των ιδεών – μέχρι του τελευταίου κουρελίου του τάφου, είναι ξένα. Το κτύπημα της ξενομανίας είναι το πρώτο κίνημα, ο πρώτος αγών των ποθούντων να αγωνισθούν δια μίαν αρχήν Ελλάδος. Η ξενομανία είναι χωριατιά. Είναι προστυχιά. Είναι κουταμάρα. Είναι αφιλοτιμία. Είναι αφιλοπατρία. Είναι ξιπασιά και είναι αμάθεια.» [3]
Μέσα λοιπόν σε αυτή μας την αμάθεια και ξιπασιά είμαστε βουτηγμένοι σήμερα, έτοιμοι να δώσουμε το τελειωτικό χτύπημα στην καρδιά του πολιτισμού μας, την γλώσσα. Προφορική και γραπτή. Ότι δεν κατάφεραν 400 χρόνια Τουρκοκρατίας και εν συνεχεία Βρετανικής αποικιοκρατίας το καταφέρνουμε μόνοι μας. Ο βιασμός της γλώσσας είναι καθημερινός και η αντικατάστασή της μέσω των «greeklish» είναι ίσως ότι πιο θλιβερό κληρονομούμε στις γενεές που θα ακολουθήσουν. Άκουσες πότες σου αγαπητέ αναγνώστη Κύπριους να επικοινωνούν μεταξύ τους στα αγγλικά ισχυριζόμενοι ότι λόγω των σπουδών στην Αγγλία τους βγαίνει πιο εύκολα να μιλάνε έτσι; Για τέτοια εθνική σχιζοφρένεια παρακμή και αποσύνθεση μιλάμε σήμερα… Να θυμόμαστε όμως ότι αν υπάρχει ένα στοιχειό ιδιαιτερότητας και εθνικής ταυτότητας στις μέρες μας, αυτό είναι η ελληνική μας γλωσσά. Αποτελεί ντροπή να ξεχνάμε τόσο εύκολα τα λόγια του πρίγκιπα Σολωμού «Μήγαρις ἔχω ἄλλο στὸ μυαλό μου, πάρεξ ἐλευθερία καὶ γλῶσσα». Να θυμόμαστε όμως ότι η γλωσσική συρρίκνωση ενός λαού είναι σε άμεση συνάρτηση με την εδαφική του συρρίκνωση..
Προχωρώντας τώρα σε μια τρίτη διάσταση του προβλήματος, φαίνεται ότι από την αχαλίνωτη ξενομανία και ξενολαγνεία που μας διακατέχει καταλήξαμε σε φαινόμενα ξενοφοβίας. Και είναι φυσιολογικό. Η διεθνιστική μπουρδολογία και η νεο-φιλελεύθερη ασυδοσία η οποία προωθείτο εδώ και καιρό ορχηστρωμένη πανταχόθεν, έστρωσε τον δρόμο για την πιο αισχρή μορφή παγκοσμιοποίησης και δουλεμπορίας που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Η λαθρομετανάστευση, που μαζί με τον υπερπληθυσμό τίνουν να γίνουν η μάστιγες του αιώνα, απειλεί πλέον άμεσα να καταλύσει την εθνολογική σύσταση των κρατών της δύσης. Δυστυχώς κύριοι εκφραστές και υποστηρικτές της κατάστασης αυτής, στο όνομα φυσικά της αλληλεγγύης και του ‘‘δήθεν’’ ανθρωπισμού που τους διακατέχει, είναι οι ίδιοι πολιτικοί-εργατοπατέρες-επαγγελματίες επαναστάτες-προστάτες των εργατών αλλά ταυτόχρονα και δήθεν πολέμιοι του κεφαλαίου! Ας θυμίσουμε λοιπόν σε αυτούς κάποια λόγια του Κατά Μαρξ Ευαγγελίου:
«Η μετανάστευση είναι το μέσο για τη διαιώνιση της σκλαβιάς… Ο Σοσιαλισμός αντιπαθεί την ελεημοσύνη για την ταπείνωση στην οποία υποβάλλουν τα άτομα που έχουν ανάγκη και γιατί ενσταλάζουνε μέσα τους το μίσος. Και επιπλέον, γιατί σε μια χώρα όπου υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη οι ελεημοσύνες είναι περιττές. Και όσοι αρέσκονται στο ρόλο του καλού Σαμαρείτη, ας μην ξεχνούν ότι δε θα υπήρχαν καλοί Σαμαρείτες, αν δεν υπήρχαν ληστές. Οι σωτήρες και οι ελευθερωτές ίσως είναι λαμπροί για μυθιστορήματα και αγιογραφίες, μια όμως που δεν είναι δυνατόν να υπάρχουνε χωρίς αμαρτωλούς και θύματα, είναι κακά κοινωνικά συμπτώματα».
Τα συμπτώματα, άρα, ξενοφοβίας που παρατηρούνται σε Κύπρο-Ελλάδα και τα οποία πολλοί βαφτίζουν τόσο εύκολα, αφελέστατα και προκλητικά ρατσισμό, είναι απόρροια δικής τους πρακτικής. Είναι λογικό όταν μια χώρα δέχεται, χωρίς μέτρο και πρόγραμμα, άτακτα και ανεξέλεγκτα την απότομή εισβολή ξένου στοιχείου το οποίο αδυνατεί να αφομοιώσει και να εντάξει σταδιακά στην κοινωνία, να παρατηρούνται φαινόμενα αντίδρασης προς το ξένο στοιχείο τα οποία αναπόφευκτα οδηγούν από την μια σε βία και από την άλλη δημιουργούν στον τοπικό πληθυσμό τοποφοβία που είναι ο τελευταίος κρίκος στην εξέλιξη της ανάλυσης μας. Είναι γεγονός ότι όλο και περισσότεροι νέοι εγκαταλείπουν την πατρίδα μας αφού αδυνατώντας να βρουν εργασία δεδομένης και της οικονομικής κρίσης, αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Europass το 2011 συμπληρώθηκαν 98.000 βιογραφικά για δουλειές στο εξωτερικό[4]. Δικοί μας λοιπόν νέοι άνθρωποι δεν νιώθουν πλέον την χώρα μας σαν πατρίδα τους όντας οι ίδιοι κατέληξαν μειονότητα. Οι επιχειρηματίες προτιμούν το ξένο φτηνό εργατικό δυναμικό και ο Κύπριος-Ελλαδίτης άνεργος επιστήμονας πλέον μεταναστεύει. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς πολιτικός επιστήμονας ή κοινωνιολόγος για να το αντιληφθεί αυτό. Μια απλή βόλτα στους δρόμους, στα μαγαζιά και άλλους εργασιακούς χώρους είναι αρκετή πείσει για την θλιβερή κατάσταση που βιώνουμε σήμερα.
Η ιδιαιτερότητα τώρα της Κύπρου, όσον αφορά την μετανάστευση και το είδος της ξενοφοβίας μας, εν συγκρίση με την υπόλοιπη Ευρώπη, εντοπίζεται σε ακόμη ένα σημείο το οποίο αποσιωπάτε αδικαιολόγητα. Από την μια έχουμε το εθνικό μας πρόβλημα, το φόβο του συνεχιζόμενου εποικισμού από πλευράς Τουρκίας,κ αι από την άλλη ένα έντονα αισθητό μεταναστευτικό ρεύμα προς την δύση από υπανάπτυχτες χώρες, που βλέπουν την Ευρώπη σαν επίγειο παράδεισο. Ο διαχωρισμός όμως των δυο φαινόμενων σαν δυο ασύνδετα και ξεχωριστά γεγονότα, για εμάς θα ήταν ρεαλιστικά αφελέστατος, αν όχι ατυχής. Αν θέλουμε να είμαστε ένα σοβαρό κράτος, που σέβεται τον εαυτό και που αναζητά πραγματικά ουσιαστικές λύσεις, πρέπει όλοι μας να συνειδητοποιήσουμε ότι το θέμα δεν είναι ν’ αποφασίσουμε ποιος είναι γενικά υπέρ της μετανάστευσης και ποιος όχι. Αντίθετα απαιτείτε άμεσα στον πολιτικό μας διάλογο να ξεκαθαρίσουμε πλέον αν μιλάμε για μετανάστες ή λαθρομετανάστες. Ασφαλώς και στις δύο περιπτώσεις αναφερόμαστε σε ανθρώπους, αλλά δεν έχουν και οι δύο οντότητες τα ίδια δικαιώματα. Συνεπώς κάποιος ο οποίος είναι λαθρομετανάστης πάει να πει ότι ‘‘κουβαλάει’’ κάτι το παράνομο και το λαθραίο. Συνεπώς πολύ εύκολα μπορεί να πέσει και θύμα εργατικής εκμετάλλευσης αφού δεν θα μπορεί να επικαλεστεί σχεδόν κανένα νομικό και εργασιακό δικαίωμα. Παράλληλα ξέρουμε ότι η οντότητα των λαθρομεταναστών για να επιβιώσει χρειάζεται να παράγει μια Α οικονομία. Αυτή η οικονομία αναπόφευκτα είναι παράνομη-”μαύρη” και δρα εις βάρος της τοπικής οικονομίας με αρνητικές συνέπειες για το σύνολο του πληθυσμού. Τόσο απλά. Επίσης είναι λογικό, αν όχι αυτονόητο, ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα από ένα μικρό κράτος σαν την Κύπρο, με τις ιδιαιτερότητες και ανασφάλειές της σε εθνικό επίπεδο, να απορροφήσει αυτό τον τεράστιο αριθμό μεταναστών, λαθραίων και μη. Ασφαλώς και είναι επιβεβλημένη ανάγκη η δημιουργία ενός μηχανισμού υποδοχής και περίθαλψης των μεταναστών με τρόπο φυσικά που να είναι σεβαστά τα ανθρώπινά τους δικαιώματα από την κάθε κυβέρνηση. Δυστυχώς όμως αυτό δεν μπορεί παρά να αποτελέσει απλά και μόνο ένα προσωρινό μπάλωμα σε ένα πρόβλημα που έχει βαθύτερες ρίζες.
Ιστορικά μιλώντας, μπορούμε κάλλιστα να παραλληλίσουμε την σημερινή κατάσταση με τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα εκ μέρους των Ούννων προς την Ευρώπη τον 4 αι μ.Χ που οδήγησαν τελικά στην κατάληψή της. Τραγική σύμπτωση είναι ότι αρχηγός της εκστρατείας αυτής, για όσους δεν γνωρίζουν, ονομαζόταν Αττίλας… Αυτό ίσως φέρει κάτι στην μνήμη μας που πολλές φορές το ξεχνάμε άλλοι συνειδητά και άλλοι ασυνείδητα. Η επίτευξη λοιπόν μακροπροθέσμων στρατηγικών στόχων μέσω μεταναστευτικών κυμάτων που έχουν σαν απώτερο σκοπό την αλλαγή των πληθυσμιακών συσχετισμών είναι μια κλασσική τακτική επεκτατικών καθεστώτων. Η ιστορία σαν σήμερα επαναλαμβάνεται με συντονιστή το κράτος της Τουρκίας. Όταν λέμε κλασσική τακτική, εννοούμε όπως αυτή του καισαρικού “Divide et impera“. Με αυτή την τακτική Βρετανοί και Τούρκοι πετύχανε αυτά που θέλανε στην Κύπρο πριν από 50 χρόνια. Οι συνέπειες γνωστές σε όλους μας.Σ ήμερα έχουμε μια απόπειρα συνδυασμού και των δυο τακτικών. Αλλαγή δηλαδή των πληθυσμιακών συσχετισμών και συνέχεια του διαιρεί και βασίλευε ούτως ώστε να δοθεί η χαριστική βολή σε αυτό που ονομάζουμε Κυπριακό Ελληνισμό. Αν θέλουμε να εθελοτυφλούμε και να αλληλοκατηγορούμε ο ένας τον άλλο ανταλλάσοντας επίθετα του τύπου φασίστες, γενίτσαροι, προδότες, εθνικιστές, μεγαλώνοντας την διχόνοια είναι δικό μας πρόβλημα. Να καταλάβουμε όμως ότι ο εγχώριος διχασμός και η πόλωση είναι και η λύση στο πρόβλημα του εχθρού. Είναι λοιπόν στο χέρι μας αν θα αποφασίσουμε να θυσιάσουμε για δεύτερη φορά την πολύπαθη πατρίδα μας για χάρη των μικροκομματικών σκοπιμοτήτων και ιδεολογικών προκαταλήψεων.
Επί ευκαιρίας λοιπόν της ανάληψης της προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρώπης από την Κυπριακή Δημοκρατία, ας γίνουμε το παράδειγμα δείχνοντας και στους υπόλοιπους λαούς ότι διαθέτουμε ακόμη στίγματα από την προγονική μας αίγλη. Ενωμένος ο λαός μας ας στείλει το μήνυμα ότι ο Ελληνισμός είναι όντως μια παγκόσμια πολιτισμική πρόταση που βασίζετε περισσότερο σε διαχρονικές αξίες του ανθρώπινου πνεύματος και όχι σε παροδικές αρχές. Η φιλοξενία είναι μια από αυτές τις διαχρονικές πανανθρώπινες αξίες που μας χαρακτηρίζει και όχι ο ρατσισμός και η ξενοφοβία που μας κατηγορούν. Η φιλοξενία μας αποτελεί ανοιχτή προσφορά για όλους, αρκεί βέβαια και οι ξένοι να σέβονται τον πολιτισμό,τα ήθη, τα έθιμά μας αλλά και τα ελαττώματά μας. Για να γίνει όμως αυτό απαιτείται πρώτα εμείς να συνειδητοποιήσουμε πιο είναι το ιστορικό εθνικό μας καθήκον σαν λαός και να βρούμε τους συντελεστές εκείνους που θα παράγουν το έργο του αναδυόμενου Ελληνισμού επανατοποθετόντας την πατρίδα μας στην θέση που της αξίζει μέσα στο παγκόσμιο στερέωμα.
Παραπομπές:
--------------------------------------------------------------------------------
[1] Ομήρου Οδύσσεια Ραψωδία Α ( στ. 123-150) , Ραψ Γ (στ. 35-43), Ραψ Δ ( στ.21-63), Ραψ Φ (στ.24-29).
[2] Ομήρου Οδύσσεια Ραψωδία Θ (στ 387-393)
«κέκλυτε, Φαιήκων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες·
ὁ ξεῖνος μάλα μοι δοκέει πεπνυμένος εἶναι.
ἀλλ’ ἄγε οἱ δῶμεν ξεινήϊον, ὡς ἐπιεικές.
δώδεκα γὰρ κατὰ δῆμον ἀριπρεπέες βασιλῆες
ἀρχοὶ κραίνουσι, τρεισκαιδέκατος δ’ ἐγὼ αὐτός·
τῶν οἱ ἕκαστος φᾶρος ἐϋπλυνὲς ἠδὲ χιτῶνα
καὶ χρυσοῖο τάλαντον ἐνείκατε τιμήεντος.
αἶψα δὲ πάντα φέρωμεν ἀολλέα, ὄφρ’ ἐνὶ χερσὶ
ξεῖνος ἔχων ἐπὶ δόρπον ἴῃ χαίρων ἐνὶ θυμῷ»
[3] Περικλής Γιαννόπουλος, Η ξενομανία , Ο Νουμάς , Αρ 5 16-01-1903
[4] Mega TV (07/02/2012) «Σχεδόν διπλάσιοι οι Έλληνες νέοι μετανάστες», http://www.megatv.com/megagegonota/summary.asp?catid=17533&subid=2&pubid=28664047
http://www.efylakas.com/
Η έννοια της φιλοξενίας αποτελούσε ανέκαθεν χαρακτηριστικό πολιτισμικό γνώρισμα του Ελληνισμού. Η ιδέα της φιλοξενίας είθισται ν’αποτελεί για τους Έλληνες όχι μονάχα πράξη αρετής, αλλά ηθικός κανόνας και ιερό χρέος προς τους Θεούς.Ήδη μέσα από τα Ομηρικά έπη (8 αι. π.Χ) μπορούμε ν’ αντλήσουμε σημαντικά παραδείγματα [1] που μαρτυρούν ότι η φιλοξενία εξυψωνότανε σε πράξη ιεροτελεστίας καθώς η παροχή της θεωρείτο θέλημα και επιταγή θεού αλλά και ιερή υποχρέωση των ανθρώπων. Η ύπαρξη εξάλλου της λατρείας του «Ξένιου Δία», της «Ξενίας Αθηνάς», των Διόσκουρων Κάστορα και Πολυδεύκη (θεών της φιλοξενίας), μαρτυρεί και την σημασιολογική σπουδαιότητα που απέδιδαν οι πρόγονοί μας στην εθιμοτυπική πράξη της φιλοξενίας. Ο ξένος αποτελούσε τιμώμενο πρόσωπο στον οποίον προσέφεραν νερό, λουτρά, ρούχα και διάφορα άλλα δώρα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της φιλοξενίας από τον Βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοο προς τον Οδυσσέα:
«Ακούστε με όλοι, ώ προεστοί κι αρχόντοι τώ Φαιάκων,
αλήθεια γνώση περισσή μας δείχνει αυτός ο ξένος,
και δώρα ας τον φιλέψουμε που πρέπουνε σε ξένους.
Δώδεκα εδώ τη χώρα μας ορίζουν βασιλιάδες,
κι εγώ άλλος ένας, δεκατρείς· καθένας ας του φέρη
καθάρια και καλόπλυτη χλαμύδα με χιτώνα,
κι από ‘να τάλαντο σωστό βαριότιμο χρυσάφι·
κι όλ’ ας τα βάλουμε μαζί για να τα πάρη ο ξένος
στα χέρια του, και με χαρά στο δείπνο να καθίση.»[2]
Διαφαίνεται επιπλέον ότι η φιλοξενία ήταν μέσο ανάπτυξης φιλικών σχέσεων μεταξύ ανθρώπων και λαών αλλά συνάμα και ευκαιρία για ανταλλαγή πληροφορίων και διαφορετικών πολιτισμικών ιδεών. Η γεωγραφική μας θέση επιπλέον καθιστούσε τον χώρο του Ελληνισμού φυσική γέφυρα και λιμάνι για τους απανταχού μεσογειακούς ταξιδευτές που η λεβεντοπνύχτρα θάλασσα μας έφερνε. Σε πρώτο λοιπόν στάδιο θα λέγαμε ότι ο λαός μας ανέκαθεν χαρακτηρίζεται από μια αρχοντική φιλοξενία, κληρονομιά της πλούσιας ιστορικής μας παράδοσης. Ποιος άραγε δεν έχει ακούσει το χαρακτηριστικό κυπριακό «κόπιασε» για έναν καφέ, μια μπύρα, λεμονάδα ή ζιβανία;
Αυτή είναι η μια όψη του νομίσματος. Υπάρχει όμως και μια δεύτερη διάσταση του θέματος την οποία δεν πρέπει να αγνοήσουμε. Δυστυχώς εδώ και καιρό από την φάση της φιλοξενίας περάσαμε σε μια εκφυλισμένη εκδοχή της ίδιας ιδέας μετατρέποντας την φιλοξενία σε ξενομανία. Η “αρρώστια” αυτή που μας διακατέχει είναι κάτι το πραγματικά ανησυχητικό και αποδεικνύει εμπράκτως την αυτοαπαξίωση που δείχνουμε προς τον ίδιο μας τον πολιτισμό τον οποίο οι περισσότεροι ούτε γνωρίζουν αλλά και το χειρότερο, δεν θα μάθουν ποτέ.
Διαχρονικά θα λέγαμε ότι σημαντική επιρροή ασκήθηκε αρχικά στην κοινωνία μας από τα διάφορα αγγλόφωνα ΜΜΕ, τις διαφημίσεις, τον κινηματογράφο, αλλά και την “εισβολή’’ του διαδικτύου στην ζωή μας. Δευτερευόντως, η αύξουσα παρουσία φοιτητών μας στο εξωτερικό, κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο με όλα τα καλά που αυτό ενδεχόμενως να συνοδεύεται, επηρέασαν καταλυτικά τον τρόπο συμπεριφοράς μας. Πιο συγκεκριμένα θα λέγαμε ότι δεν υπήρξε μια μετριασμένη αφομοίωση ξένων τρόπων συμπεριφοράς που να περνά μέσα από ένα πρίσμα κριτικής σκέψης αλλά αντιθέτως μια παθητική κατανάλωση ξένων ιδεολογημάτων και τροπών κοινωνικής οργάνωσης χωρίς να τεθεί καμία εσωτερική αντίσταση και αντιπρόταση. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι καταντήσαμε μια κοινωνία που μιμείται παιδαριωδώς και είναι ανίκανη έως ανήμπορη να ετεροκαθοριστεί στα νέα δεδομένα μέσα στην ευρύτερη ευρωπαϊκή οικογένεια οπού η ίδια επέλεξε να ανήκει. Τείνουμε να γίνουμε μια κοινωνία οπού πιθηκίζει ασύστολα ξένα πρότυπα συμπεριφοράς κάθ’ εντολή αθλίων τηλεοπτικών σειρών και προγραμμάτων. Οι στυλιστικές, ενδυματολογικές, διατροφικές μας προτιμήσεις, τα διάφορα καλλιτεχνικά μας “γούστα” σε μουσική, θέατρο, χορό, ζωγραφική είναι προϊόντα τις ίδιας άθλιας εισαγομένης υποκουλτούρας στην οποία υποκλινόμαστε, απαξιώνοντας συνάμα τα δικά μας σαν “παλιομοδίτικα” και ”χωριάτικα”.
Ψέμα; Την εθνική μας αυτή αφασία και νεύρωση, εντόπισε με καθαρό μάτι κατά το παρελθόν ένας μεγάλος “προφήτης” του Ελληνισμού, ο Περικλής Γιαννόπουλος, ο οποίος ήδη από το 1903 στο πλαίσιο περί ανασύνταξης του Ελληνισμού έγραφε:
«Είναι αδύνατον να αρχίση δημιουργία ελληνικής ζωής ενόσω όλα τα πράγματα της ζωής από το πρώτο κουρέλι του λίκνου – και όλων των ιδεών – μέχρι του τελευταίου κουρελίου του τάφου, είναι ξένα. Το κτύπημα της ξενομανίας είναι το πρώτο κίνημα, ο πρώτος αγών των ποθούντων να αγωνισθούν δια μίαν αρχήν Ελλάδος. Η ξενομανία είναι χωριατιά. Είναι προστυχιά. Είναι κουταμάρα. Είναι αφιλοτιμία. Είναι αφιλοπατρία. Είναι ξιπασιά και είναι αμάθεια.» [3]
Μέσα λοιπόν σε αυτή μας την αμάθεια και ξιπασιά είμαστε βουτηγμένοι σήμερα, έτοιμοι να δώσουμε το τελειωτικό χτύπημα στην καρδιά του πολιτισμού μας, την γλώσσα. Προφορική και γραπτή. Ότι δεν κατάφεραν 400 χρόνια Τουρκοκρατίας και εν συνεχεία Βρετανικής αποικιοκρατίας το καταφέρνουμε μόνοι μας. Ο βιασμός της γλώσσας είναι καθημερινός και η αντικατάστασή της μέσω των «greeklish» είναι ίσως ότι πιο θλιβερό κληρονομούμε στις γενεές που θα ακολουθήσουν. Άκουσες πότες σου αγαπητέ αναγνώστη Κύπριους να επικοινωνούν μεταξύ τους στα αγγλικά ισχυριζόμενοι ότι λόγω των σπουδών στην Αγγλία τους βγαίνει πιο εύκολα να μιλάνε έτσι; Για τέτοια εθνική σχιζοφρένεια παρακμή και αποσύνθεση μιλάμε σήμερα… Να θυμόμαστε όμως ότι αν υπάρχει ένα στοιχειό ιδιαιτερότητας και εθνικής ταυτότητας στις μέρες μας, αυτό είναι η ελληνική μας γλωσσά. Αποτελεί ντροπή να ξεχνάμε τόσο εύκολα τα λόγια του πρίγκιπα Σολωμού «Μήγαρις ἔχω ἄλλο στὸ μυαλό μου, πάρεξ ἐλευθερία καὶ γλῶσσα». Να θυμόμαστε όμως ότι η γλωσσική συρρίκνωση ενός λαού είναι σε άμεση συνάρτηση με την εδαφική του συρρίκνωση..
Προχωρώντας τώρα σε μια τρίτη διάσταση του προβλήματος, φαίνεται ότι από την αχαλίνωτη ξενομανία και ξενολαγνεία που μας διακατέχει καταλήξαμε σε φαινόμενα ξενοφοβίας. Και είναι φυσιολογικό. Η διεθνιστική μπουρδολογία και η νεο-φιλελεύθερη ασυδοσία η οποία προωθείτο εδώ και καιρό ορχηστρωμένη πανταχόθεν, έστρωσε τον δρόμο για την πιο αισχρή μορφή παγκοσμιοποίησης και δουλεμπορίας που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Η λαθρομετανάστευση, που μαζί με τον υπερπληθυσμό τίνουν να γίνουν η μάστιγες του αιώνα, απειλεί πλέον άμεσα να καταλύσει την εθνολογική σύσταση των κρατών της δύσης. Δυστυχώς κύριοι εκφραστές και υποστηρικτές της κατάστασης αυτής, στο όνομα φυσικά της αλληλεγγύης και του ‘‘δήθεν’’ ανθρωπισμού που τους διακατέχει, είναι οι ίδιοι πολιτικοί-εργατοπατέρες-επαγγελματίες επαναστάτες-προστάτες των εργατών αλλά ταυτόχρονα και δήθεν πολέμιοι του κεφαλαίου! Ας θυμίσουμε λοιπόν σε αυτούς κάποια λόγια του Κατά Μαρξ Ευαγγελίου:
«Η μετανάστευση είναι το μέσο για τη διαιώνιση της σκλαβιάς… Ο Σοσιαλισμός αντιπαθεί την ελεημοσύνη για την ταπείνωση στην οποία υποβάλλουν τα άτομα που έχουν ανάγκη και γιατί ενσταλάζουνε μέσα τους το μίσος. Και επιπλέον, γιατί σε μια χώρα όπου υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη οι ελεημοσύνες είναι περιττές. Και όσοι αρέσκονται στο ρόλο του καλού Σαμαρείτη, ας μην ξεχνούν ότι δε θα υπήρχαν καλοί Σαμαρείτες, αν δεν υπήρχαν ληστές. Οι σωτήρες και οι ελευθερωτές ίσως είναι λαμπροί για μυθιστορήματα και αγιογραφίες, μια όμως που δεν είναι δυνατόν να υπάρχουνε χωρίς αμαρτωλούς και θύματα, είναι κακά κοινωνικά συμπτώματα».
Τα συμπτώματα, άρα, ξενοφοβίας που παρατηρούνται σε Κύπρο-Ελλάδα και τα οποία πολλοί βαφτίζουν τόσο εύκολα, αφελέστατα και προκλητικά ρατσισμό, είναι απόρροια δικής τους πρακτικής. Είναι λογικό όταν μια χώρα δέχεται, χωρίς μέτρο και πρόγραμμα, άτακτα και ανεξέλεγκτα την απότομή εισβολή ξένου στοιχείου το οποίο αδυνατεί να αφομοιώσει και να εντάξει σταδιακά στην κοινωνία, να παρατηρούνται φαινόμενα αντίδρασης προς το ξένο στοιχείο τα οποία αναπόφευκτα οδηγούν από την μια σε βία και από την άλλη δημιουργούν στον τοπικό πληθυσμό τοποφοβία που είναι ο τελευταίος κρίκος στην εξέλιξη της ανάλυσης μας. Είναι γεγονός ότι όλο και περισσότεροι νέοι εγκαταλείπουν την πατρίδα μας αφού αδυνατώντας να βρουν εργασία δεδομένης και της οικονομικής κρίσης, αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Europass το 2011 συμπληρώθηκαν 98.000 βιογραφικά για δουλειές στο εξωτερικό[4]. Δικοί μας λοιπόν νέοι άνθρωποι δεν νιώθουν πλέον την χώρα μας σαν πατρίδα τους όντας οι ίδιοι κατέληξαν μειονότητα. Οι επιχειρηματίες προτιμούν το ξένο φτηνό εργατικό δυναμικό και ο Κύπριος-Ελλαδίτης άνεργος επιστήμονας πλέον μεταναστεύει. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς πολιτικός επιστήμονας ή κοινωνιολόγος για να το αντιληφθεί αυτό. Μια απλή βόλτα στους δρόμους, στα μαγαζιά και άλλους εργασιακούς χώρους είναι αρκετή πείσει για την θλιβερή κατάσταση που βιώνουμε σήμερα.
Η ιδιαιτερότητα τώρα της Κύπρου, όσον αφορά την μετανάστευση και το είδος της ξενοφοβίας μας, εν συγκρίση με την υπόλοιπη Ευρώπη, εντοπίζεται σε ακόμη ένα σημείο το οποίο αποσιωπάτε αδικαιολόγητα. Από την μια έχουμε το εθνικό μας πρόβλημα, το φόβο του συνεχιζόμενου εποικισμού από πλευράς Τουρκίας,κ αι από την άλλη ένα έντονα αισθητό μεταναστευτικό ρεύμα προς την δύση από υπανάπτυχτες χώρες, που βλέπουν την Ευρώπη σαν επίγειο παράδεισο. Ο διαχωρισμός όμως των δυο φαινόμενων σαν δυο ασύνδετα και ξεχωριστά γεγονότα, για εμάς θα ήταν ρεαλιστικά αφελέστατος, αν όχι ατυχής. Αν θέλουμε να είμαστε ένα σοβαρό κράτος, που σέβεται τον εαυτό και που αναζητά πραγματικά ουσιαστικές λύσεις, πρέπει όλοι μας να συνειδητοποιήσουμε ότι το θέμα δεν είναι ν’ αποφασίσουμε ποιος είναι γενικά υπέρ της μετανάστευσης και ποιος όχι. Αντίθετα απαιτείτε άμεσα στον πολιτικό μας διάλογο να ξεκαθαρίσουμε πλέον αν μιλάμε για μετανάστες ή λαθρομετανάστες. Ασφαλώς και στις δύο περιπτώσεις αναφερόμαστε σε ανθρώπους, αλλά δεν έχουν και οι δύο οντότητες τα ίδια δικαιώματα. Συνεπώς κάποιος ο οποίος είναι λαθρομετανάστης πάει να πει ότι ‘‘κουβαλάει’’ κάτι το παράνομο και το λαθραίο. Συνεπώς πολύ εύκολα μπορεί να πέσει και θύμα εργατικής εκμετάλλευσης αφού δεν θα μπορεί να επικαλεστεί σχεδόν κανένα νομικό και εργασιακό δικαίωμα. Παράλληλα ξέρουμε ότι η οντότητα των λαθρομεταναστών για να επιβιώσει χρειάζεται να παράγει μια Α οικονομία. Αυτή η οικονομία αναπόφευκτα είναι παράνομη-”μαύρη” και δρα εις βάρος της τοπικής οικονομίας με αρνητικές συνέπειες για το σύνολο του πληθυσμού. Τόσο απλά. Επίσης είναι λογικό, αν όχι αυτονόητο, ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα από ένα μικρό κράτος σαν την Κύπρο, με τις ιδιαιτερότητες και ανασφάλειές της σε εθνικό επίπεδο, να απορροφήσει αυτό τον τεράστιο αριθμό μεταναστών, λαθραίων και μη. Ασφαλώς και είναι επιβεβλημένη ανάγκη η δημιουργία ενός μηχανισμού υποδοχής και περίθαλψης των μεταναστών με τρόπο φυσικά που να είναι σεβαστά τα ανθρώπινά τους δικαιώματα από την κάθε κυβέρνηση. Δυστυχώς όμως αυτό δεν μπορεί παρά να αποτελέσει απλά και μόνο ένα προσωρινό μπάλωμα σε ένα πρόβλημα που έχει βαθύτερες ρίζες.
Ιστορικά μιλώντας, μπορούμε κάλλιστα να παραλληλίσουμε την σημερινή κατάσταση με τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα εκ μέρους των Ούννων προς την Ευρώπη τον 4 αι μ.Χ που οδήγησαν τελικά στην κατάληψή της. Τραγική σύμπτωση είναι ότι αρχηγός της εκστρατείας αυτής, για όσους δεν γνωρίζουν, ονομαζόταν Αττίλας… Αυτό ίσως φέρει κάτι στην μνήμη μας που πολλές φορές το ξεχνάμε άλλοι συνειδητά και άλλοι ασυνείδητα. Η επίτευξη λοιπόν μακροπροθέσμων στρατηγικών στόχων μέσω μεταναστευτικών κυμάτων που έχουν σαν απώτερο σκοπό την αλλαγή των πληθυσμιακών συσχετισμών είναι μια κλασσική τακτική επεκτατικών καθεστώτων. Η ιστορία σαν σήμερα επαναλαμβάνεται με συντονιστή το κράτος της Τουρκίας. Όταν λέμε κλασσική τακτική, εννοούμε όπως αυτή του καισαρικού “Divide et impera“. Με αυτή την τακτική Βρετανοί και Τούρκοι πετύχανε αυτά που θέλανε στην Κύπρο πριν από 50 χρόνια. Οι συνέπειες γνωστές σε όλους μας.Σ ήμερα έχουμε μια απόπειρα συνδυασμού και των δυο τακτικών. Αλλαγή δηλαδή των πληθυσμιακών συσχετισμών και συνέχεια του διαιρεί και βασίλευε ούτως ώστε να δοθεί η χαριστική βολή σε αυτό που ονομάζουμε Κυπριακό Ελληνισμό. Αν θέλουμε να εθελοτυφλούμε και να αλληλοκατηγορούμε ο ένας τον άλλο ανταλλάσοντας επίθετα του τύπου φασίστες, γενίτσαροι, προδότες, εθνικιστές, μεγαλώνοντας την διχόνοια είναι δικό μας πρόβλημα. Να καταλάβουμε όμως ότι ο εγχώριος διχασμός και η πόλωση είναι και η λύση στο πρόβλημα του εχθρού. Είναι λοιπόν στο χέρι μας αν θα αποφασίσουμε να θυσιάσουμε για δεύτερη φορά την πολύπαθη πατρίδα μας για χάρη των μικροκομματικών σκοπιμοτήτων και ιδεολογικών προκαταλήψεων.
Επί ευκαιρίας λοιπόν της ανάληψης της προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρώπης από την Κυπριακή Δημοκρατία, ας γίνουμε το παράδειγμα δείχνοντας και στους υπόλοιπους λαούς ότι διαθέτουμε ακόμη στίγματα από την προγονική μας αίγλη. Ενωμένος ο λαός μας ας στείλει το μήνυμα ότι ο Ελληνισμός είναι όντως μια παγκόσμια πολιτισμική πρόταση που βασίζετε περισσότερο σε διαχρονικές αξίες του ανθρώπινου πνεύματος και όχι σε παροδικές αρχές. Η φιλοξενία είναι μια από αυτές τις διαχρονικές πανανθρώπινες αξίες που μας χαρακτηρίζει και όχι ο ρατσισμός και η ξενοφοβία που μας κατηγορούν. Η φιλοξενία μας αποτελεί ανοιχτή προσφορά για όλους, αρκεί βέβαια και οι ξένοι να σέβονται τον πολιτισμό,τα ήθη, τα έθιμά μας αλλά και τα ελαττώματά μας. Για να γίνει όμως αυτό απαιτείται πρώτα εμείς να συνειδητοποιήσουμε πιο είναι το ιστορικό εθνικό μας καθήκον σαν λαός και να βρούμε τους συντελεστές εκείνους που θα παράγουν το έργο του αναδυόμενου Ελληνισμού επανατοποθετόντας την πατρίδα μας στην θέση που της αξίζει μέσα στο παγκόσμιο στερέωμα.
Παραπομπές:
--------------------------------------------------------------------------------
[1] Ομήρου Οδύσσεια Ραψωδία Α ( στ. 123-150) , Ραψ Γ (στ. 35-43), Ραψ Δ ( στ.21-63), Ραψ Φ (στ.24-29).
[2] Ομήρου Οδύσσεια Ραψωδία Θ (στ 387-393)
«κέκλυτε, Φαιήκων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες·
ὁ ξεῖνος μάλα μοι δοκέει πεπνυμένος εἶναι.
ἀλλ’ ἄγε οἱ δῶμεν ξεινήϊον, ὡς ἐπιεικές.
δώδεκα γὰρ κατὰ δῆμον ἀριπρεπέες βασιλῆες
ἀρχοὶ κραίνουσι, τρεισκαιδέκατος δ’ ἐγὼ αὐτός·
τῶν οἱ ἕκαστος φᾶρος ἐϋπλυνὲς ἠδὲ χιτῶνα
καὶ χρυσοῖο τάλαντον ἐνείκατε τιμήεντος.
αἶψα δὲ πάντα φέρωμεν ἀολλέα, ὄφρ’ ἐνὶ χερσὶ
ξεῖνος ἔχων ἐπὶ δόρπον ἴῃ χαίρων ἐνὶ θυμῷ»
[3] Περικλής Γιαννόπουλος, Η ξενομανία , Ο Νουμάς , Αρ 5 16-01-1903
[4] Mega TV (07/02/2012) «Σχεδόν διπλάσιοι οι Έλληνες νέοι μετανάστες», http://www.megatv.com/megagegonota/summary.asp?catid=17533&subid=2&pubid=28664047
http://www.efylakas.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου