Του Δημήτρη Νάτσιου
«Μην με διαβάζετε όταν έχετε δίκιο» Νικ. Καρούζος
«Άης Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία/ βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι/ – Βασίλη μ’ πούθε έρχεσαι και πούθε κατεβαίνεις;/ Από τη μάνα μ’ έρχουμε και στο σχολειό πηγαίνω/ πάω να μάθω γράμματα, να πω την αλφαβήτα…» Και «ζωγραφίζει» ο θεσπέσιος Παπαδιαμάντης: «Το άσμα τούτο μας φαίνεται θαυμάσιον εν τη αφελεία αυτού. Η έμφυτος φιλομάθεια του Ελληνικού Εθνους, εν μέσω τοσούτων διωγμών και θλίψεων επιζήσασα, μετεχειρίσθη την επί παιδείαν φήμην του ελληνικωτάτου Αγίου, ως προτροπήν προς τους νέους προς την σπουδήν και μάθησιν ούτω δε και μετά πολλούς αιώνας, ο μέγας της Καισαρείας φωστήρ, παρίσταται οιονεί συγγράφων δευτέραν προς νέους παραίνεσιν». (Απαντα, τομ. Ε’ εκδ. Γιοβάνης, σελ. 330). 0 στον υπερθετικό βαθμό Ελληνας, ελληνικότατος Μέγας Βασίλειος, δίδασκε, εν μέσω διωγμών και θλίψεων, τους νέους του αιχμάλωτου Γένους. Όταν όμως «…λευτερωθήκαμεν από τους Τούρκους, και σκλαβωθήκαμε εις ανθρώπους κακορίζικους όπου ήταν (σ.σ. και είναι) η ακαθαρσία της Ευρώπης» (Μακρυγιάννης), διώξαμε τον άγιο από τις σχολικές αίθουσες και παρουσιάζουμε ενώπιον των παιδιών το παρδαλό ξωτικό της κοκακόλας. Λοιπόν. Θέλουμε, οραματιζόμαστε μιαν πατρίδα χωρίς τα λέπια της ασημαντοκρατίας, της τιποτολογίας και τιποτοπραξίας, με ταυτότητα, και όχι πολυπολιτισμικό απολειφάδι. Η λύση, αφού ορνιθοειδώς παρακολουθούμε την διαπόμπευσή της και δεν εγειρόμαστε, είναι μία: όσοι Επίσκοποι ή ιερείς ακολουθούν τον κανόνα της αγίας ημών πίστεως και των χριστοπρεπών ηθών μας, να οργανώσουν στις ενορίες, στις μητροπόλεις τους «Κρυφά Σχολειά». Τα ονομάζω «Κρυφά» για την ευνόητη παραπομπή στην εποχή που τα κατόρθωσε. Ζούμε σε καθεστώς δουλείας και …εθελοδουλίας. Και εφ’ όσον τώρα δεν υπάρχουν «Κολοκοτρωναίοι»,
«ικανοί να την αποβάλουν με σκέτο σαπουνόνερο» (Ελύτης), την ύπουλη αυτή σκλαβιά – λόγω δειλίας και τηλεκχαυνώσεως , η μόνη απαντοχή μας είναι η καθ’ ημάς Παιδεία. Δέκα χρόνια αν διδαχθούν αρκετές χιλιάδες Ελληνάκια «τα γράμματα που διαβάζουνε οι αγράμματοι και αγιάζουνε», (και πάλι ο τροπαιοφόρος νομπελίστας Οδυσσέας Ελύτης), η πατρίδα θα σωθεί. Θα αναστηθεί μια γενιά, που θα ρέει στο αίμα της το ύδωρ το αλλόμενον, τα πνευματικά αντισώματα του Ευαγγελίου, των Πατέρων της Εκκλησίας, των ηρώων, των σοφών της αρχαιότητας. Ο ποιητής, ο λησμονημένος Κάλβος, ο διδάχος που και σήμερα διδάσκει την υπερηφάνεια, μας κανοναρχεί: «Οσοι το χάλκεον χέρι/βαρύ του φόβου αισθάνονται/Ζυγόν δουλείαν ας έχωσι/Θέλει αρετήν και τόλμην/Η ελευθερία» («Εις Σάμον»). Και ας μου συγχωρεθεί η λεκτική ακροβασία: Εδώ που φτάσαμε θέλει μπόλικη τρέλλα, τρέλλα ρωμαίικη, Κολοκοτρωναίικη. «Ο κόσμος μας έλεγε τρελλούς. Εμείς αν δεν είμεθα τρελλοί, δεν εκάναμε την Επανάσταση», μας ορμηνεύει ο γερο-καπετάνιος. «Νοικοκυριοί και φρόνιμοι Δεν ζουν στον Ψηλορείτη Οι κουζουλοί την κάνανε Αθάνατη την Κρήτη», διαλαλεί και η κρητική λεβεντομαντινάδα. Μονολογούσε, περίλυπος και καταντροπιασμένος, ο Νικόλαος Ιβανώφ, αρχιστράτηγος των Βουλγάρων στην μάχη του Κιλκίς, μετά την συντριβή του από τους αθάνατους Κιλκισιομάχους: «Όλα τα είχα προβλέψει, τα είχα σκεφτεί όλα, εκτός από την τρέλλα των Ελλήνων». Και ο άγιος Γέροντας μας, Παϊσιος ο Αγιορείτης: «Για να κάνει κανείς προκοπή, πρέπει να έχει παλαβή φλέβα, με την καλή έννοια. Ανάλογα πώς θα αξιοποιήσει την παλαβή φλέβα θα γίνει ή άγιος ή ήρωας. Αν όμως δεν βοηθηθεί και παρασυρθεί, μπορεί να γίνει εγκληματίας. Ένας που δεν έχει παλαβή φλέβα, δεν μπορεί να γίνει ούτε άγιος ούτε ήρωας. Γι’ αυτό χρειάζεται να πάρει μπρος μέσα μας η μηχανή, να δουλέψει η καρδιά, η παλληκαριά. Η καρδιά πρέπει να παλαβώσει». («Λόγοι Β’», εκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον « Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή, 1999, σελ. 214). Αυτή η τρέλλα δεν είναι το μεθύσι «με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα» της γενιάς του ’40; Αυτή την τρέλλα δεν ζούσαν και οι αετοί της ΕΟΚΑ, που κατεξεφτέλισαν την αγγλοτουρκική κτηνωδία; Πολύ μας κούρασε η «φρονιμάδα», η «άψογος στάσις» και η «ευγενής» αφωνία των Ποιμεναρχών στις διεφθαρμένες κομματικές συμμορίες, που μας εξανδραποδίζουν. (Εξαιρώ τους χρυσοστομικού ήθους, Ιεράρχες, – Πειραιώς, Μεσολογγίου, Κυθήρων και τινών ελαχίστων ακόμη, που ξεχνώ τα ονόματά τους). Ο σεβαστός καθηγητής του πανεπιστημίου Αθηνών, Γ. Κρουσταλάκης, σε μια ομιλία του, το 2000, στην Ράχη Πιερίας, στα θαυμάσια «Πάτρια», ομιλώντας για την «παιδαγωγική των διδαχών του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού», ανέφερε τα εξής σπουδαία: «Θυμάμαι τον άγιο Γέροντα Πορφύριο. Του λέγαμε: «Παππούλη, πώς θα διδάσκουμε στο πανεπιστήμιο; Πρέπει να θεολογούμε; Τι να λέμε; Τι να κάνουμε; Και έλεγε εκείνος: «Κοινωνάτε την Κυριακή; Ε, τότε δεν χρειάζονται λόγια. Μεταφέρετε τον ίδιο τον Χριστό στο αμφιθέατρο, στους μαθητές σας». Είναι κάτι πολύ σημαντικό, που μου φέρνει στο νου αυτήν την μεγάλη φυσιογνωμία της Ορθοδοξίας μας, τον π. Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, που όταν του λέγαμε: «Γέροντα, πώς θα μιλάμε στα παιδιά;» Και έλεγε εκείνος: «Θέλεις να μιλήσεις; Πιάσε από το χέρι τον Αγιο Νεκτάριο και κουβάλα τον μέσα στα θρανία, μέσα στην αίθουσα με τον Άγιο Νεκτάριο να διδάξεις. Διδάσκει εκείνος και ο Χριστός και όχι εσύ τα παιδιά». (Πρακτικά, «ΙΓ’ Πάτρια», σελ. 35, Ράχη Πιερίας). «Κρυφά Σχολειά» στις ενορίες και με την ευχή της Παναγίας, όσοι πιστοί, όσοι φιλότιμοι δάσκαλοι και καθηγητές να πιάσουμε από το χέρι τον Άγιο Βασίλειο, τον Μέγα, και αυτός θα διδάξει σε δασκάλους ποια είναι η βασιλική οδός της ορθής Παιδείας: «Δει τον προεστώτα του λόγου τύπον προκείσθαι τοις πάσιν παντός καλού, κατορθούντα πρότερον α διδάσκει». Δηλαδή, «εκείνος που διδάσκει, πρέπει να είναι υπόδειγμα κάθε καλού σε όλους και να εφαρμόζει πρώτος αυτός εκείνα που διδάσκει» (Ηθικά, όρος Ο’, ΒΕΠ 53,106). Θα κλείσω μ’ αυτό που πρέπει να είναι πυξίδα μας, την εποχή τούτη την άστατη, που πολλές φορές το έγραψα: «Όλα τα έθνη για να προοδεύσουν πρέπει να βαδίσουν εμπρός, πλην του Ελληνικού, που πρέπει να στραφεί πίσω». Και ο νοών νοείτω… Καλή χρονιά και ευλογημένη…
Περισσότερα: http://www.antibaro.gr/article/9682, Ἀντίβαρο
«Μην με διαβάζετε όταν έχετε δίκιο» Νικ. Καρούζος
«Άης Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία/ βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι/ – Βασίλη μ’ πούθε έρχεσαι και πούθε κατεβαίνεις;/ Από τη μάνα μ’ έρχουμε και στο σχολειό πηγαίνω/ πάω να μάθω γράμματα, να πω την αλφαβήτα…» Και «ζωγραφίζει» ο θεσπέσιος Παπαδιαμάντης: «Το άσμα τούτο μας φαίνεται θαυμάσιον εν τη αφελεία αυτού. Η έμφυτος φιλομάθεια του Ελληνικού Εθνους, εν μέσω τοσούτων διωγμών και θλίψεων επιζήσασα, μετεχειρίσθη την επί παιδείαν φήμην του ελληνικωτάτου Αγίου, ως προτροπήν προς τους νέους προς την σπουδήν και μάθησιν ούτω δε και μετά πολλούς αιώνας, ο μέγας της Καισαρείας φωστήρ, παρίσταται οιονεί συγγράφων δευτέραν προς νέους παραίνεσιν». (Απαντα, τομ. Ε’ εκδ. Γιοβάνης, σελ. 330). 0 στον υπερθετικό βαθμό Ελληνας, ελληνικότατος Μέγας Βασίλειος, δίδασκε, εν μέσω διωγμών και θλίψεων, τους νέους του αιχμάλωτου Γένους. Όταν όμως «…λευτερωθήκαμεν από τους Τούρκους, και σκλαβωθήκαμε εις ανθρώπους κακορίζικους όπου ήταν (σ.σ. και είναι) η ακαθαρσία της Ευρώπης» (Μακρυγιάννης), διώξαμε τον άγιο από τις σχολικές αίθουσες και παρουσιάζουμε ενώπιον των παιδιών το παρδαλό ξωτικό της κοκακόλας. Λοιπόν. Θέλουμε, οραματιζόμαστε μιαν πατρίδα χωρίς τα λέπια της ασημαντοκρατίας, της τιποτολογίας και τιποτοπραξίας, με ταυτότητα, και όχι πολυπολιτισμικό απολειφάδι. Η λύση, αφού ορνιθοειδώς παρακολουθούμε την διαπόμπευσή της και δεν εγειρόμαστε, είναι μία: όσοι Επίσκοποι ή ιερείς ακολουθούν τον κανόνα της αγίας ημών πίστεως και των χριστοπρεπών ηθών μας, να οργανώσουν στις ενορίες, στις μητροπόλεις τους «Κρυφά Σχολειά». Τα ονομάζω «Κρυφά» για την ευνόητη παραπομπή στην εποχή που τα κατόρθωσε. Ζούμε σε καθεστώς δουλείας και …εθελοδουλίας. Και εφ’ όσον τώρα δεν υπάρχουν «Κολοκοτρωναίοι»,
«ικανοί να την αποβάλουν με σκέτο σαπουνόνερο» (Ελύτης), την ύπουλη αυτή σκλαβιά – λόγω δειλίας και τηλεκχαυνώσεως , η μόνη απαντοχή μας είναι η καθ’ ημάς Παιδεία. Δέκα χρόνια αν διδαχθούν αρκετές χιλιάδες Ελληνάκια «τα γράμματα που διαβάζουνε οι αγράμματοι και αγιάζουνε», (και πάλι ο τροπαιοφόρος νομπελίστας Οδυσσέας Ελύτης), η πατρίδα θα σωθεί. Θα αναστηθεί μια γενιά, που θα ρέει στο αίμα της το ύδωρ το αλλόμενον, τα πνευματικά αντισώματα του Ευαγγελίου, των Πατέρων της Εκκλησίας, των ηρώων, των σοφών της αρχαιότητας. Ο ποιητής, ο λησμονημένος Κάλβος, ο διδάχος που και σήμερα διδάσκει την υπερηφάνεια, μας κανοναρχεί: «Οσοι το χάλκεον χέρι/βαρύ του φόβου αισθάνονται/Ζυγόν δουλείαν ας έχωσι/Θέλει αρετήν και τόλμην/Η ελευθερία» («Εις Σάμον»). Και ας μου συγχωρεθεί η λεκτική ακροβασία: Εδώ που φτάσαμε θέλει μπόλικη τρέλλα, τρέλλα ρωμαίικη, Κολοκοτρωναίικη. «Ο κόσμος μας έλεγε τρελλούς. Εμείς αν δεν είμεθα τρελλοί, δεν εκάναμε την Επανάσταση», μας ορμηνεύει ο γερο-καπετάνιος. «Νοικοκυριοί και φρόνιμοι Δεν ζουν στον Ψηλορείτη Οι κουζουλοί την κάνανε Αθάνατη την Κρήτη», διαλαλεί και η κρητική λεβεντομαντινάδα. Μονολογούσε, περίλυπος και καταντροπιασμένος, ο Νικόλαος Ιβανώφ, αρχιστράτηγος των Βουλγάρων στην μάχη του Κιλκίς, μετά την συντριβή του από τους αθάνατους Κιλκισιομάχους: «Όλα τα είχα προβλέψει, τα είχα σκεφτεί όλα, εκτός από την τρέλλα των Ελλήνων». Και ο άγιος Γέροντας μας, Παϊσιος ο Αγιορείτης: «Για να κάνει κανείς προκοπή, πρέπει να έχει παλαβή φλέβα, με την καλή έννοια. Ανάλογα πώς θα αξιοποιήσει την παλαβή φλέβα θα γίνει ή άγιος ή ήρωας. Αν όμως δεν βοηθηθεί και παρασυρθεί, μπορεί να γίνει εγκληματίας. Ένας που δεν έχει παλαβή φλέβα, δεν μπορεί να γίνει ούτε άγιος ούτε ήρωας. Γι’ αυτό χρειάζεται να πάρει μπρος μέσα μας η μηχανή, να δουλέψει η καρδιά, η παλληκαριά. Η καρδιά πρέπει να παλαβώσει». («Λόγοι Β’», εκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον « Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή, 1999, σελ. 214). Αυτή η τρέλλα δεν είναι το μεθύσι «με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα» της γενιάς του ’40; Αυτή την τρέλλα δεν ζούσαν και οι αετοί της ΕΟΚΑ, που κατεξεφτέλισαν την αγγλοτουρκική κτηνωδία; Πολύ μας κούρασε η «φρονιμάδα», η «άψογος στάσις» και η «ευγενής» αφωνία των Ποιμεναρχών στις διεφθαρμένες κομματικές συμμορίες, που μας εξανδραποδίζουν. (Εξαιρώ τους χρυσοστομικού ήθους, Ιεράρχες, – Πειραιώς, Μεσολογγίου, Κυθήρων και τινών ελαχίστων ακόμη, που ξεχνώ τα ονόματά τους). Ο σεβαστός καθηγητής του πανεπιστημίου Αθηνών, Γ. Κρουσταλάκης, σε μια ομιλία του, το 2000, στην Ράχη Πιερίας, στα θαυμάσια «Πάτρια», ομιλώντας για την «παιδαγωγική των διδαχών του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού», ανέφερε τα εξής σπουδαία: «Θυμάμαι τον άγιο Γέροντα Πορφύριο. Του λέγαμε: «Παππούλη, πώς θα διδάσκουμε στο πανεπιστήμιο; Πρέπει να θεολογούμε; Τι να λέμε; Τι να κάνουμε; Και έλεγε εκείνος: «Κοινωνάτε την Κυριακή; Ε, τότε δεν χρειάζονται λόγια. Μεταφέρετε τον ίδιο τον Χριστό στο αμφιθέατρο, στους μαθητές σας». Είναι κάτι πολύ σημαντικό, που μου φέρνει στο νου αυτήν την μεγάλη φυσιογνωμία της Ορθοδοξίας μας, τον π. Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, που όταν του λέγαμε: «Γέροντα, πώς θα μιλάμε στα παιδιά;» Και έλεγε εκείνος: «Θέλεις να μιλήσεις; Πιάσε από το χέρι τον Αγιο Νεκτάριο και κουβάλα τον μέσα στα θρανία, μέσα στην αίθουσα με τον Άγιο Νεκτάριο να διδάξεις. Διδάσκει εκείνος και ο Χριστός και όχι εσύ τα παιδιά». (Πρακτικά, «ΙΓ’ Πάτρια», σελ. 35, Ράχη Πιερίας). «Κρυφά Σχολειά» στις ενορίες και με την ευχή της Παναγίας, όσοι πιστοί, όσοι φιλότιμοι δάσκαλοι και καθηγητές να πιάσουμε από το χέρι τον Άγιο Βασίλειο, τον Μέγα, και αυτός θα διδάξει σε δασκάλους ποια είναι η βασιλική οδός της ορθής Παιδείας: «Δει τον προεστώτα του λόγου τύπον προκείσθαι τοις πάσιν παντός καλού, κατορθούντα πρότερον α διδάσκει». Δηλαδή, «εκείνος που διδάσκει, πρέπει να είναι υπόδειγμα κάθε καλού σε όλους και να εφαρμόζει πρώτος αυτός εκείνα που διδάσκει» (Ηθικά, όρος Ο’, ΒΕΠ 53,106). Θα κλείσω μ’ αυτό που πρέπει να είναι πυξίδα μας, την εποχή τούτη την άστατη, που πολλές φορές το έγραψα: «Όλα τα έθνη για να προοδεύσουν πρέπει να βαδίσουν εμπρός, πλην του Ελληνικού, που πρέπει να στραφεί πίσω». Και ο νοών νοείτω… Καλή χρονιά και ευλογημένη…
Περισσότερα: http://www.antibaro.gr/article/9682, Ἀντίβαρο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου