Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2013

Ο αυταρχισµός των τουρκο-ισλαµικών µηχανισµών της Άγκυρας


Του Χρήστου Μηνάγια 

Μετά τις γενικές εκλογές της 12 Ιουνίου 2011, η τουρκική επικαιρότητα 
επικεντρώθηκε στις συζητήσεις για τη δηµιουργία ενός νέου δηµοκρατικού 
Συντάγµατος. Όµως, µετά την παρέλευση ενάµιση έτους, διαπιστώνεται ότι το κύριο 
ερώτηµα που απασχολεί την τουρκική κοινή γνώµη αφορά στην αλλαγή ή όχι του 
πολιτεύµατος της χώρας σε µια µορφή προεδρικής ή ηµιπροεδρικής δηµοκρατίας. Το 
κυριότερο δε που έχει ιδιαίτερη σηµασία είναι ότι, οι συζητήσεις δεν εστιάζονται στην 
ουσία του χαρακτήρα του πολιτεύµατος, αλλά επιχειρείται από το «βαθύ» τουρκο-
ισλαµικό µηχανισµό η αποδοχή του Ερντογάν από την πλειοψηφία των ψηφοφόρων 
της χώρας. Τούτο τυγχάνει αρνητικών σχολίων από έγκριτους  Τούρκους 
αρθρογράφους, οι οποίοι επισηµαίνουν ότι ένας πρόεδρος ή ένας πρωθυπουργός 
είναι προσωρινός, ενώ ένα έθνος, ένα κράτος και η µορφή του πολιτεύµατος έχουν 
διαχρονική ισχύ.  
Η επίκληση του ισλαµισµού, οι συνταγµατικές µεταρρυθµίσεις, ο πλήρης έλεγχος του 
κρατικού µηχανισµού και η αποµάκρυνση της πλειοψηφίας της τουρκικής κοινωνίας 
από τη στρατοκρατία είχαν σαν αποτέλεσµα την ισχυροποίηση του Ερντογάν και την 
εδραίωση του κόµµατός του. Ωστόσο, εάν κάποιος εξετάσει τη συµπεριφορά του 
Τούρκου πρωθυπουργού, η εικόνα που προκύπτει είναι σαφής: δηλαδή, η 
απλουστευµένη µορφή δηµοκρατίας που τυγχάνει ιδιαίτερης προβολής, έχει λάβει τη 
µορφή µιας µετακεµαλικής ολιγαρχίας στηριζόµενης στην αυταρχικότητα και τον 
ολοκληρωτισµό. Σηµειωτέον ότι, η κατάσταση αυτή, προς το παρόν,  είναι πολύ 
δύσκολο ή και αδύνατον να ανατραπεί διότι στηρίζεται: πρώτον, από το λαό λόγω 
της δηµοκρατικής νοµιµότητάς της. ∆εύτερον, από τους θρησκευόµενους 
µουσουλµάνους, λόγω των συχνών αναφορών στο Ισλάµ. Και τρίτον, στον τουρκικό 
κρατικό µηχανισµό (δικαιοσύνη-φορείς ασφαλείας) λόγω της ισχύος του να επιβάλλει 
τις κυρώσεις που επιθυµεί. 
Υπάρχει η άποψη ότι το ΑΚΡ είναι ένα ισλαµικό κόµµα. Όµως, η ταυτότητά του, οι 
δηλώσεις της ηγετικής του οµάδας και οι ισλαµικές-εθνικιστικές-«δηµοκρατικές» 
αρχές που συνθέτουν την πολιτική του, οδηγούν στο συµπέρασµα ότι πρόκειται για 
ένα «ηµίαιµο» κόµµα (σ.σ. δεν κρίνεται σκόπιµο να χρησιµοποιήσουµε το συνώνυµο 
της λέξης ηµίαιµος). Συνεπώς, το ΑΚΡ δεν αποτελεί µια οµοιογενή πολιτική κίνηση, 
αλλά ένα συνασπισµό φιλελεύθερων, θρησκευόµενων, συντηρητικών, εθνικιστικών 
και αριστερών τάσεων, των οποίων οι κόκκινες γραµµές υπερβαίνουν την εξάρτησή 
τους από τα πολιτικά κόµµατα. Υπό τις συνθήκες δε αυτές, εάν δεν ικανοποιηθούν οι 2 
απαιτήσεις του συνόλου των συνιστωσών του ΑΚΡ δεν αποκλείεται το ενδεχόµενο, 
στη µετά Ερντογάν περίοδο, το κόµµα αυτό να έχει την τύχη του προηγούµενου 
ισλαµικού κόµµατος Refah Partisi (Κόµµα Ευηµερίας του Νετζµετίν Ερµπακάν). (σ.σ. 
Ο Ερµπακάν ήταν ο ηγέτης του πολιτικού Ισλάµ στην Τουρκία και πολιτικός µέντορας 
του Ταγίπ Ερντογάν). 
Τα τελευταία χρόνια η αντιπολίτευση βιώνει µια πολύ βαθειά κρίση και παρά την 
αυταρχική και αλαζονική συµπεριφορά του Ερντογάν προς όλους τους επικριτές του, 
αυτή δεν φαίνεται ότι µπορεί να ανακάµψει. Συνακόλουθα δε, η πτώση των 
περισσότερων προπυργίων του κεµαλικού καθεστώτος είχε σαν αποτέλεσµα την 
αδυναµία δηµιουργίας ενός νέου κόµµατος µε προοπτική ανάληψης της εξουσίας της 
χώρας. Τούτο οφείλεται σε δύο λόγους: πρώτον, στην αναποτελεσµατικότητα 
αντιµετώπισης του κουρδικού προβλήµατος λόγω των εθνικιστικών, στρατιωτικών 
και κρατικιστικών αντιλήψεων και δεύτερον, στη µεγάλη δηµοτικότητα του 
επικοινωνιακού πρωθυπουργού Ερντογάν, ο οποίος µε τις αναφορές του στο Ισλάµ 
και την οθωµανική κληρονοµιά ενεργοποίησε τις θρησκευτικές, εθνικιστικές και 
επεκτατικές ευαισθησίες των Τούρκων πολιτών. Εν τω µεταξύ, ο Τούρκος 
πρωθυπουργός, προκειµένου να δικαιολογήσει την πολιτική, κοινωνική και 
πολιτιστική πόλωση που δηµιουργήθηκε από την αυταρχική συµπεριφορά του, 
επικαλείται τη δράση του βαθέως κράτους που προσπαθεί να φέρει τους κρατικούς 
φορείς απέναντι στο έθνος.  
Εξίσου σηµαντικό είναι ότι οι προσπάθειες της Άγκυρας για τουρκοποίηση των 
Κούρδων δεν είχαν κανένα αποτέλεσµα. Η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται από το 
γεγονός ότι, παρά τις πολιτικο-θρησκευτικο-ιδεολογικές επιθέσεις και τα στρατιωτικά 
µέτρα που χρησιµοποίησαν όλες οι τουρκικές κυβερνήσεις, ο κουρδικός λαός όχι 
µόνο δεν απώλεσε την εθνική του ταυτότητα αλλά επέφερε σοβαρά πλήγµατα στους 
τουρκο-ισλαµικούς σχεδιασµούς. Ας σηµειωθεί ακόµη πως «Οι  Κούρδοι της 
Τουρκίας» και «Το Κουρδιστάν της Τουρκίας» αποτελούν δύο πολιτικές ορολογίες 
που έχουν ως κοινή συνισταµένη το κουρδικό πρόβληµα. Αν βέβαια το εν λόγω 
πρόβληµα επιλυθεί έγκαιρα, εκτιµάται ότι αυτό θα περιορισθεί στους Κούρδους της 
Τουρκίας, ενώ σε αντίθετη περίπτωση η Άγκυρα θα κληθεί να  αντιµετωπίσει το 
Κουρδιστάν της Τουρκίας. 
Ως γνωστόν, περίπου το 40% των Κούρδων της Τουρκίας κατοικεί σε περιοχές εκτός 
των διοικητικών ορίων του τουρκικού Κουρδιστάν (βόρειο Κουρδιστάν) και 
συγκεκριµένα: το ¼ του πληθυσµού της Κωνσταντινούπολης είναι Κούρδοι, ενώ 
σηµαντική είναι η παρουσία του κουρδικού παράγοντα στις πόλεις Άδανα, Μερσίνη, 
Bursa, Σµύρνη και Αττάλεια. Για το λόγο αυτό, η στρατηγική της Άγκυρας εστιάζεται 
στο διαχωρισµό του κουρδικού προβλήµατος από το πρόβληµα του Κουρδιστάν, 
δεδοµένου ότι οι εσωτερικοί Κούρδοι µετανάστες που έχουν εξαπλωθεί σε όλη την 
τουρκική επικράτεια αντιµετωπίζουν διαφορετικά προβλήµατα από τους οµοεθνείς 
τους που κατοικούν στις νοτιοανατολικές περιοχές. Ωστόσο, η  στρατηγική αυτή 
προσκρούει στις ιδεοληψίες και τα συµφέροντα των πολιτικο-θρησκευτικών 
συνιστωσών που στηρίζουν τον Ερντογάν. Από τη µια πλευρά  ο φιλελεύθερος 
πυρήνας του κυβερνώντος κόµµατος υποστηρίζει την εν µέρει αναγνώριση των 
ατοµικών ελευθεριών των Κούρδων, σε αντίθεση µε τους συντηρητικούς-εθνικιστές οι 
οποίοι είναι υπέρµαχοι  της προάσπισης αυτών που είναι ήδη δεδοµένα, 3 
αφοµοιωµένα και δεν δηµιουργούν κινδύνους και κραδασµούς στο κατεστηµένο, και 
κυρίως δεν χρειάζονται ριζικές αλλαγές.
Επιπρόσθετα δε, θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η Τουρκία ποτέ δεν παραιτήθηκε 
και δεν πρόκειται να παραιτηθεί από το τουρκο-ισλαµικό όραµα της, δηλαδή ανάδειξη 
του τουρκισµού µέσω του Ισλάµ και διείσδυση στις περιοχές ενδιαφέροντος και 
επιρροής της. Μάλιστα, µερικά αποτελέσµατα της καθοδηγούµενης από την Άγκυρα 
στρατηγικής τουρκοποίησης παρατίθενται ακολούθως: 
• Οι Laz (Λαζοί) υπέστησαν σοβαρότατη εθνική και εθνοτική διάβρωση. 
• Σηµαντικό τµήµα των νέων γενιών των χωρών του Καυκάσου και των Βαλκανίων 
δεν γνωρίζουν ούτε καν τους προγόνους τους και έχουν εγκλωβιστεί στην 
τουρκική ιδεολογία, δεδοµένου ότι η µνήµη τους διαβρώθηκε από τον τουρκισµό. 
• Οι Αρµένιοι δεν πέτυχαν να αναγνωρίσουν στον επιθυµητό βαθµό τη γενοκτονία 
που υπέστησαν οι πρόγονοί τους από τους Τούρκους. 
• Ένα µεγάλο µέρος της θρησκευτικής και πολιτιστικής µειονότητας των Αλεβήδων 
(Αλεβιτών) εντάχθηκε στην κεµαλική ιδεολογία. 
• Οι Έλληνες εκτοπίσθηκαν από την Τουρκία (Πόντος, Κωνσταντινούπολη, Μικρά 
Ασία κ.λπ.) και αναγκάσθηκαν να βρουν προστασία στην Ελλάδα. 
Τέλος καθίσταται σαφές, ότι από τη διαχρονική εξέταση της τουρκικής 
πραγµατικότητας προκύπτει το συµπέρασµα ότι, ούτε τα σύµβολα, ούτε οι ηγετικές 
παρουσίες δεν έφεραν τη δηµοκρατία στη χώρα και ούτε πρόκειται ποτέ να τη 
φέρουν. 

www.geostrategy.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: