«Μοιραίο λάθος να δοκιμάσετε την ισχύ μας», προειδοποίησε την Παρασκευή το καθεστώς της Συρίας ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν. Και αν και δήλωσε ότι στόχος του δεν είναι ο πόλεμος, ο τουρκικός στρατός ανταποκρίθηκε άμεσα, την ίδια μέρα, όταν και δεύτερη «αδέσποτη» οβίδα έπληξε περιοχή στην Τουρκία. Με τρόπο, μάλιστα, που δεν τηρούσε την αρχή της αναλογικότητας, αφού μια οβίδα που δεν προκαλεί θανάτους, τραυματισμούς ή υλικές ζημιές, δεν έχει την ίδια βαρύτητα με έναν στοχευμένο βομβαρδισμό. Τι συμβαίνει στη γειτονιά μας; Προσπαθεί ο Άσαντ να ανοίξει άλλο ένα μέτωπο, με έναν παίχτη με μεγαλύτερη ισχύ από τη δική του; Ή μήπως υπερβάλλει η Τουρκία, στοχεύοντας στη συγκομιδή άλλων οφελών;
Αποφεύγει ο Άσαντ, παίζει ο Ερντογάν
Όπως τονίζει στη «Σ» ο Επίκουρος Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας Γιώργος Κέντας, «η Συρία σε καμιά περίπτωση δεν θέλει να βάλει την Τουρκία στο παιγνίδι, διότι ξέρει ότι φέρνει το ΝΑΤΟ πιο κοντά και φοβάται την τουρκική στρατιωτική ικανότητα. Ο Άσαντ δεν έχει πρόθεση να προκαλέσει την Τουρκία σε πόλεμο. Μπορεί σε λεκτικό επίπεδο να ακούγονται βαρετές κουβέντες και χαρακτηρισμοί, όμως δεν έδειξε πρόθεση στρατιωτικής εμπλοκής, διότι έχει να αντιμετωπίσει ομάδες ανταρτών, που έχουν εξοπλιστεί με συστήματα και έχουν πληροφορίες από κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ».
Για την Τουρκία, ωστόσο, ισχύει -εν μέρει- το αντίθετο, αφού, όπως φαίνεται, η άμεση ανταπόκριση στις προκλήσεις που δέχεται, είναι εξαιρετικά συμφέρουσα σε πολιτικό, στρατηγικό και επικοινωνιακό επίπεδο. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, πως έχει ως στόχο να προχωρήσει σε μια πολεμική σύρραξη με τη Συρία, αν και οι στρατιωτικοί έχουν το «οκ» από την Εθνοσυνέλευση. «Η Τουρκία έχει ανάγκη αυτοεπιβεβαίωσης. Λειτουργεί στην εξωτερική της πολιτική, ακολουθώντας έναν "ψυχολογικό παράγοντα". Θέλει να αυτοεπιβεβαιώνεται συνεχώς και φοβάται την αμφισβήτηση και την απώλεια κύρους και αξιοπιστίας», εξηγεί ο Δρ Κέντας.
Επισημαίνει ότι, σε αυτή την περίπτωση, η Άγκυρα λειτούργησε μέσα σε ένα παραδοσιακό πλαίσιο αποτροπής. Δηλαδή, χτύπησες το έδαφός μου, επιβάλλω αντίποινα. Θέλει να στείλει μήνυμα κατ’ αυτό τον τρόπο, σε όλη την περιοχή. «Είχε ανάγκη τη χρήση των αντιποίνων, διότι πληγώθηκε η αποτρεπτική της ισχύ με το Μαβί Μαρμαρά», σημειώνει ο Δρ Κέντας. «Δεν είχε άλλη επιλογή από τη στρατιωτική απάντηση, διότι δεν μπορούσε να ταπεινωθεί από τη Συρία, παρόλο που έχει λερωμένη τη φωλιά της, γιατί εξοπλίζει, εκπαιδεύει και βοηθά τους αντάρτες», προσθέτει.
Εύκολος στόχος
Η Τουρκία δείχνει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόζει στρατηγική αντιποίνων, γιατί η Συρία είναι εύκολος στόχος, κάτι που δεν μπορεί να κάνει, παραδείγματος χάριν, με το Ισραήλ, σύμφωνα με τον Επίκουρο Καθηγητή. «Αυτήν τη στιγμή στην Τουρκία αναζητείται έντονα η επανάκτηση του κύρους των στρατιωτικών δυνάμεων, σε σχέση και με τους Κούρδους, οι οποίοι καθημερινά επιτίθενται και επιφέρουν χτυπήματα θανατηφόρα για το στρατιωτικό προσωπικό της χώρας», αναφέρει.
Ο Δρ Κέντας υποδεικνύει, επίσης, πως η Τουρκία αντέδρασε άμεσα, χωρίς να διερευνήσει το περιστατικό. «Αυτό δείχνει τις προθέσεις της για τη συγκεκριμένη κρίση. Παίζει σ’ ένα πεδίο όπου έχει απόλυτο συγκριτικό πλεονέκτημα σε στρατιωτικές δυνάμεις και αυτό το πούλησε στο εσωτερικό της χώρας πολύ έντονα», προσθέτει. «Δεσμεύτηκε ότι δεν θα δεχθεί οτιδήποτε. Έγιναν και στο παρελθόν διασυνοριακά επεισόδια.
Η δέσμευση δημιούργησε προσδοκία. Άρα ο Ερντογάν δεν είχε άλλη επιλογή από το να αντιδράσει, ασχέτως αν η οβίδα προήλθε από ατύχημα, λάθος ή προβοκάτσια», σημειώνει. Τονίζει, δε, ότι μπορεί στο μέλλον να επιβεβαιωθεί ότι αυτό δεν ήταν μια σκόπιμη ενέργεια, μιας και κάποια τουρκικά μέσα μετέδωσαν ότι η Συρία ίσως να στόχευε χώρο συγκέντρωσης ή εκπαίδευσης ανταρτών. Η Συρία έχει, όμως, τη δυνατότητα να κάνει πιο ακριβείς βολές σε στόχους, λέει. Όμως η Άγκυρα προχώρησε έτσι κι αλλιώς σε αυτό που είχε κατά νουν να κάνει.
Ο παράγοντας ΗΠΑ
«Τα πράματα δεν είναι όπως παλαιότερα. Πριν από μερικούς μήνες υπήρχαν σχέδια και κάποιοι ήθελαν να βοηθήσουν την Τουρκία να δημιουργήσει "ζώνη προστασίας" στο έδαφος της Συρίας. Όμως τώρα έχει εκλογές στην Αμερική τον Νοέμβρη και κανείς δεν θέλει να ανοίξει ένα νέο, διακρατικό μέτωπο», εξηγεί ο Δρ Κέντας, ερωτηθείς για τη στάση που τηρούν οι σύμμαχοι της Τουρκίας, όσον αφορά το θέμα. Ο εμφύλιος, σημειώνει, εξελίχθηκε πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι περίμεναν. Έπεσαν έξω και οι υπηρεσίες των ΗΠΑ και του Ισραήλ, οι οποίες, τέλη άνοιξης- αρχές καλοκαιριού, έδιναν ένα μήνα στον Άσαντ.
«Τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά, διότι ο Άσαντ ήταν προετοιμασμένος. Οι αντάρτες καθυστέρησαν πάρα πολύ να οργανωθούν, είχαν πολλές διαφορές και δεν κατάφερναν να κάνουν έναν κοινό συνασπισμό, γεγονός που έδωσε χρόνο στον Άσαντ να οργανωθεί. Επίσης δεν υπήρχε ψήφισμα στο ΣΑ που να δίνει την άδεια στις χώρες του ΝΑΤΟ να κάνουν χρήση αεροπλάνων. Αυτήν τη στιγμή η Τουρκία δεν έχει άδεια να ξεκινήσει πόλεμο», τονίζει.
Από την άλλη, προσθέτει, η Ρωσία σε καμιά περίπτωση δεν θέλει να αλλάξει το καθεστώς στην περιοχή μονομερώς, προς όφελος των ΗΠΑ, δεν είναι έτοιμη να διαπραγματευτεί νέο στάτους κβο. Αναζητεί λύση διά της διπλωματικής οδού. «Η Αμερική πάει σε εκλογές και δεν θέλει να ανοίξει μέτωπα που θα αναστατώσουν τους σχεδιασμούς των προεκλογικών επιτελείων, και των δύο υποψηφίων. Η Ρωσία δεν θα ήθελε σε καμιά περίπτωση να εξελιχθεί σε εμπλοκή ενός τρίτου κράτους, που θα γείρει την πλάστιγγα στους αντάρτες. Η Χεζμπολάχ θα μπει σε διλήμματα, όπως και το Ιράν και το Ισραήλ», συνοψίζει.
Χεζμπολάχ, Ιράν και Ισραήλ
Ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα ερωτήματα που προκύπτουν αυτήν τη στιγμή είναι, συνεπώς, ποια στάση θα κρατήσει η Χεζμπολάχ. «Όταν έγινε το Μαβί Μαρμαρά θεώρησε την Τουρκία ως τον λυτρωτή των Αράβων. Τώρα, όμως, η Τουρκία χτυπά έναν από τους αιμοδότες της, τη Συρία. Η Χεζμπολάχ ξέρει ότι η Τουρκία δεν θα λειτουργήσει ποτέ όπως τη Συρία, υπέρ των συμφερόντων της», επισημαίνει ο Δρ Κέντας. Άλλο ερώτημα είναι, επίσης, πώς θα λειτουργήσει το Ιράν, καθώς με τη Συρία βρίσκονταν σε μια μακροχρόνια συμμαχία, από τις πιο σταθερές στην περιοχή τα τελευταία χρόνια. «Αν χτυπήσουν και τον τελευταίο του σύμμαχο στην περιοχή, το Ιράν χάνει στρατηγικό βάθος στη Μέση Ανατολή και δεν έχει πλέον καμία επιρροή», τονίζει.
Σε ό,τι αφορά το Ισραήλ, σύμφωνα με τον Επίκουρο Καθηγητή, είναι προβληματισμένο, διότι σκέφτεται τι θα ακολουθήσει αν φύγει ο Άσαντ, με δεδομένο πως υπήρξε στο παρελθόν μια καλή «χημεία» με το καθεστώς του. Δεν ήταν μεν φίλοι, αλλά διατηρούσαν την εχθρότητά τους σε μια υποφερτή κλίμακα, εξηγεί.
Μην ενοχλείτε την «αρκούδα»
Οι ΗΠΑ και τα ΝΑΤΟϊκά κράτη που ενεπλάκησαν στη Λιβύη, αναθεώρησαν κάποιες εκτιμήσεις και αντιλήψεις που είχαν, διότι είδαν ότι, μετά τη λήξη του πολέμου, έμειναν αρκετά όπλα στα χέρια διαφόρων και είδαμε τι έγινε και με τον Πρέσβη, επισημαίνει ο Δρ Κέντας. «Σίγουρα είναι πολύ πιο προσεκτικοί τώρα, διότι η αλόγιστη χρήση βοήθειας στην κρίση της Λιβύης, αποδείχτηκε όχι και τόσο σοφή», προσθέτει.
Τονίζει, ωστόσο, πως σημαντικός παράγοντας στη στάση που τηρούν οι ΗΠΑ και οι χώρες του ΝΑΤΟ είναι ο σεβασμός προς τη Ρωσία. «Σέβονται, σε κάποιο βαθμό, ότι η Ρωσία έχει στρατιωτικό προσωπικό και συστήματα ασφαλείας στη Συρία και δεν θέλουν να την προκαλέσουν σε μεγάλο βαθμό. Αν οδηγήσουν τη Ρωσία στα άκρα, θα δημιουργηθούν άλλα προβλήματα σε άλλα μέτωπα. Για παράδειγμα, η Ρωσία μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην Ευρώπη με άλλους τρόπους. Και η Τουρκία πρέπει να είναι προσεκτική με τη Ρωσία, διότι υπέγραψε πρόσφατα διάφορες συμφωνίες, ενεργειακές κυρίως, μαζί της», αναφέρει.
Η Ρωσία, σύμφωνα με τον Επίκουρο Καθηγητή, αναγνωρίζει τα δικαιώματα της Τουρκίας στην άμυνα και στην προστασία του πληθυσμού, γι’ αυτό συμφώνησε στην ανακοίνωση του ΣΑ, αλλά έχει όρια για να συνεχιστούν οι καλές σχέσεις. Και σε προσωπικό επίπεδο, επισημαίνει, Πούτιν και Ερντογάν έχουν πολύ καλές σχέσεις, αν και η Ρωσία πάει όπου παν τα συμφέροντά της.
Η ρωσική στάση στην περιοχή μάς αφορά. Κι αυτό γιατί η Κύπρος μπορεί να αναδειχθεί ως μια εναλλακτική επιλογή για τη Μόσχα, ιδιαίτερα αν χάσει ο Άσαντ τον πόλεμο ή αν συνεχιστεί ο εμφύλιος για μεγάλο διάστημα. Να ζητήσει, δηλαδή, αναβαθμισμένη στρατιωτική συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία. «Τα συμφέροντα της Ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή δεν συγκρούονται κατ’ ανάγκη με του ΝΑΤΟ. Υπάρχουν κοινοί άξονες μεταξύ ΝΑΤΟ, ΕΕ και Ρωσίας.
Μπορεί να υπάρχουν ζητήματα που προκαλούν τριβή, αλλά υπάρχουν και σημεία ταύτισης. Φτάνει να υπάρχει ισορροπία. Υπάρχουν διάφοροι που εισηγούνται ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός που να συντονίζει τις μεγάλες δυνάμεις στην αντιμετώπιση κινδύνων εθνικής ασφάλειας. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, θα ήταν χρήσιμη η συνεργασία ενός κράτους-μέλους της ΕΕ με τη Ρωσία», εξηγεί.
www.simerini.com.cy
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου