«Ρευστοποιήστε το εργατικό δυναμικό, ρευστοποιήστε τις κρατικές μετοχές, ρευστοποιήστε τους αγρότες, ρευστοποιήστε την ακίνητη περιουσία». Αυτή, κατά τον Χέρμπερτ Χούβερ, ήταν η συμβουλή που έλαβε από τον μοιραίο υπουργό Οικονομικών του, Αντριου Μέλον, όταν οι ΗΠΑ βυθίζονταν στη Μεγάλη Υφεση το ’29. Για να είμαστε δίκαιοι, διατυπώνονται ερωτηματικά σχετικά με το εάν όντως ο Αντριου Μέλον είπε αυτά ακριβώς, γιατί το μόνο που έχει διασωθεί είναι η εκδοχή του Χούβερ, καταγεγραμμένη πολλά χρόνια αργότερα.
Οι Ρεπουμπλικανοί ισχυρίζονται ότι η καταστροφή των θέσεων εργασίας έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των μισθών, η οποία με τη σειρά της οδηγεί στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αραγε, όμως, για ποιο λόγο οι χαμηλότεροι μισθοί να οδηγούν σε μεγαλύτερη απασχόληση; Yπάρχει μια πλάνη. Εφόσον οι εργαζόμενοι μιας εταιρείας μπορούν να σώσουν τη δουλειά τους, αποδεχόμενοι μείωση μισθού, μπορεί να σκεφθεί κανείς πως θα τονωθεί η απασχόληση αν το ίδιο μέτρο υιοθετηθεί συνολικά. Δεν υφίσταται, όμως, συγκρίσιμο όφελος, όταν όλων οι αποδοχές μειώνονται ταυτόχρονα. Στην πραγματικότητα, οι γενικευμένες περικοπές μισθών είναι βέβαιον ότι θα περιορίσουν και δεν θα αυξήσουν την απασχόληση. Οταν τα εισοδήματα μειώνονται, δεν μειώνονται και τα χρέη. Οπότε μια γενική πτώση μισθών επιδεινώνει τα προβλήματα χρέους, τα οποία κυρίως παρεμποδίζουν σήμερα την ανάκαμψη. Απλώς, το δόγμα Αντριου Μέλον είναι σήμερα τόσο εσφαλμένο όσο ήταν και τότε.
Και από τον Αντριου Μέλον στον Μιτ Ρόμνεϊ, ο οποίος σε προεκλογική ομιλία του στους διοικούντες μια διάσημη επιχείρηση είπε: «Αν δεν σας αρέσει αυτό που κάνουν οι υπάλληλοί σας, μπορείτε να τους απολύετε. Μου αρέσει να μπορώ να απολύω ανθρώπους που προσφέρουν υπηρεσίες σε εμένα». Αυτά (κυρίως το ύφος της προτροπής του, και το αποτρόπαιο «μου αρέσει να απολύω») τα γνωρίζουν οι χιλιάδες οπαδοί του σε όλες τις ΗΠΑ που τον προορίζουν ως τον επόμενο πλανητάρχη; Αν ναι, μήπως να το ξανασκεφτούν; Αν θέλουν τις δουλειές τους...
Φαίνεται, πάντως, ότι οι τροϊκανοί και ποικίλοι μνημονιακοί είναι οπαδοί του Μιτ Ρόμνεϊ. Ενα σύγχρονο (!) κράτος, λοιπόν, πρέπει να γίνει πράγματι ό,τι βλέπει σ’ αυτό ο Μαξ Βέμπερ: μια μεγάλη επιχείρηση. Υπέροχα.
Αλλά είναι προφανώς και ανίδεοι. Η συνταγή λιτότητας εν μέσω ύφεσης οδηγεί και πάλι στα γνωστά: επιδείνωση της ύφεσης, αύξηση της ανεργίας, αύξηση του χρέους. Ζωντανό παράδειγμα η Ελλάδα, που βλέπει να στοιχειώνει στον εναέριο χώρο της το φάντασμα του Ιρβινγκ Φίσερ, του κορυφαίου Αμερικανού οικονομολόγου την εποχή της Μεγάλης Υφεσης. Υστερα από ογδόντα χρόνια, η θεωρία του αποπληθωρισμού χρέους γίνεται και πάλι διάσημη χάρη στην ανεκδιήγητη πολιτική της τρόικας. Ο Φίσερ ήταν εξαιρετικά ευφυής αλλά και πολύ σαφής όταν αποκάλυπτε «το μεγάλο παράδοξο», «το κύριο μυστικό των μεγάλων υφέσεων»: «Οσο περισσότερα πληρώνουν οι οφειλέτες, τόσο περισσότερα χρωστούν», «η ίδια η προσπάθεια των ατόμων να ελαφρύνουν το φορτίο του χρέους αυξάνει το φορτίο αυτό». Το ίδιο ακριβώς παράδοξο παρατηρούμε και στην πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης.
Οσο περισσότερο μειώνονται οι μισθοί για να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί, τόσο περισσότερο αυξάνεται το πραγματικό χρέος. Αρα το θέμα δεν είναι ότι δεν εφαρμόζουμε σωστά την πολιτική. Απλώς η πολιτική δεν είναι σωστή. Οσο πιο πιστά την εφαρμόζουμε, τόσο χειρότερα αποτελέσματα έχουμε. Για τους πιστωτές όμως αποτελεί ευτύχημα, επειδή αυξάνει την αξία των χρημάτων τους και τους επιτρέπει να αγοράσουν πολύ φθηνά οτιδήποτε απαξιώνεται (ανθρώπους, επιχειρήσεις, γη).
Οντως, η προτεσταντική ηθική της λιτότητας και της εγκράτειας μπορεί να έπαιξε θετικό ρόλο την εποχή του Μαξ Βέμπερ και της Βιομηχανικής Επανάστασης. Με την έλευση όμως του 20ού αιώνα ο καπιταλισμός μετεξελίχθηκε σ’ ένα σύστημα μαζικής παραγωγής και μαζικής κατανάλωσης. Η λιτότητα παραχώρησε τη θέση της στον καταναλωτισμό, που έγινε ο νέος κινητήριος μοχλός του οικονομικού συστήματος.
Επιστροφή, λοιπόν, σε πρότυπα λιτής κατανάλωσης του 19ου αιώνα συνιστά επικίνδυνο αναχρονισμό, που δεν συμβιβάζεται ούτε καν με τη λογική και τις ανάγκες του σύγχρονου καπιταλισμού. Η λιτότητα μακράς διαρκείας απέδωσε καρπούς στην περίπτωση της Γερμανίας επειδή η χώρα αυτή στηρίζεται στις εξαγωγές και όχι στην εσωτερική αγορά. Αν όμως όλες οι πλούσιες χώρες ακολουθούσαν το παράδειγμά της, τότε θα στέρευε η παγκόσμια ζήτηση και θα υφίστατο τις οδυνηρές συνέπειες και η Γερμανία.
Γιατί λοιπόν εμμένουν οι Γερμανοί; Δεν βλέπουν ότι είναι καταστροφικό για τις χώρες της περιφέρειας; Προφανώς και το βλέπουν, αλλά αυτός πιθανώς να είναι ο στόχος τους. Να μετατρέψουν την ευρωπαϊκή περιφέρεια σε μια ζώνη χαμηλών μισθών, που θα αποτελέσει πλατφόρμα εξαγωγών για τις γερμανικές πολυεθνικές προς τη δυναμική Ασία. Η Γερμανία της Μέρκελ ακολουθεί μια επεκτατική εθνική στρατηγική, που προσπαθεί να υποτάξει την περιφέρεια της Ευρώπης για να την καταστήσει ορμητήριο προς τις αγορές της Ασίας. Εχει αναπτύξει προνομιακές σχέσεις με τη Ρωσία για την εξασφάλιση ενέργειας. Εχει μετατρέψει τις ανατολικές χώρες της διεύρυνσης του 2004 σε φθηνό παραγωγικό εργαστήρι για τις επιχειρήσεις της. Και το σπουδαιότερο, εφοδιάζει την Κίνα με κεφαλαιουχικό εξοπλισμό και τους Κινέζους νεόπλουτους με αγαθά επιδεικτικής κατανάλωσης (κυρίως πολυτελή αυτοκίνητα).
www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου